Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

28 Ὀκτωβρίου 1940. ΟΙ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

9:45 το πρωί της 28ης Ὀκτωβρίου του 1940, σφοδρὸς βομβαρδισμὸς ἐξαπολύθηκε κατὰ της πόλης της Πάτρας, από τους Ιταλούς εισβολείς. Διήρκεσε περίπου τρεις ώρες.  Απολογισμός: 50 νεκροὶ κι 100 τραυματίες. Οι βομβαρδισμοὶ της Πάτρας ἐπαναλαμβάνονταν για περίπου 45 ημέρες.



Ή ἀντικατασκοπία των Ιταλών, ιδίως στην Πάτρα, ήταν τόσο καλά οργανωμένη, πού θεωρητικά δεν έπρεπε να κάνουν λάθη οι Ιταλοί. Δηλαδή δεν έπρεπε να κτυπήσουν στόχους μη πολεμικούς.
Παρ’ όλα αυτά οι περισσότερες βόμβες έπεσαν στην Τριών Ναυάρχων, στην περιοχή του Αγίου Διονυσίου και στις οδούς Γούναρη, Αγίου Ἀνδρέου και Ῥήγα Φεραίου. Τοπικές εφημερίδες ανεβάζουν τούς νεκρούς στους 193. Ούτε ένας πολεμικός στόχος πλήγηκε, αλλά καταστράφῃκε ττο κέντρο της Πάτρας.
Ἡ ίδια αεροπορική δύναμη κτύπησε καὶ τὴν Ναύπακτο, πάλι δίχως να πλήξη πολεμικούς στόχους, αν και εντός του λιμανιού υπήρχαν πολεμικά πλοία. «Δύο γυναίκες και ένας γέρος» τα θύματα.



Οι νεκροί τελικά όπως δημοσίευσε η εφημερίδα «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» στο φύλλο της στις 28.10.1945 ήταν 193, εκ των οποίων 125 άνδρες, 43 γυναίκες και 25 παιδιά.

Οι διαμένοντες στην πόλη Ιταλοί, «οι οποίοι απετέλουν αρκετά πολυπληθή παροικία, είχον ειδοποιηθή σχετικώς από της νυκτός της προηγουμένης, είχον φροντίσει ν' αλλάξουν κατοικίαν. Βέβαιοι όντες, μάλιστα, ότι εντός ολίγου θα εκάμπτετο η ελληνική αντίστασις, διενήργησαν κατά την ώραν του βομβαρδισμού σαμποτάζ και επιθέσεις εναντίον του Κέντρου παρουσιάσεως στρατευσίμων διά να επιτείνουν την σύγχυσιν και παραλύσουν την επιστράτευσιν».



Το σκηνικό που επικράτησε περιγράφει η Πατρινή Μαρία Μανωλάκου στο βιβλίο της "Από το Ημερολόγιο ενός παιδιού της Κατοχής". Η Μαρία Μανωλάου ήταν μαθήτρια τότε και όταν έπεσαν οι πρώτες βόμβες βρισκόταν στο σχολείο και περιγράφει: " Πετιέμαι βολίδα στο ραδιόφωνο, να σου και η Κατερίνα και μόλις πιάνουμε την τελευταία φράση στο διάγγελμα. "Νυν υπέρ πάντων ο αγών". Και μετά ο Εθνικός Ύμνος. Το τι έγινε τότε, σωστό παραλήρημα. Σε λίγα λεπτά όλη η Πάτρα στο πόδι.Ο τόπος να βουίζει απ΄τ' αεροπλάνα κι ο κόσμος να τα χαιρετάει σαν τρελός., πετώντας ψηλά καπέλα, μαντήλια, οτιδήποτε. -Γεια σας λεβεντοπαιδα -Δικά μας, δε βλέπετε τα χρώματα; -





Στη Ρώμη! Και στο σχολείο πανζουρλισμός. Ξάφνου η γη χοροπήδησε. Κάτι φριχτά μπουμπουνητά μας έσκισαν τ΄αυτιά και μας έπνιξαν οι σοβάδες. Μπόμπες! Ορμήσαμε στα παράθυρα.Μαύρα σύννεφα σκεπάζανε την κάτου πόλη. Μα πως..αφού τ΄αεροπλάνα είναι δικά μας , άρα...δεν είναι; Κερώσαμε όλες. Μερικές πέσανε λιπόθυμες. Σπίτια, αυτοκίνητα, όλα στις φλόγες. Μπροστά στο "Πάνθεον" , ποτάμι το αίμα. Πλήθος άνθρωποι χτυπημένοι να βογκάνε κι άλλοι πεσμένοι από πάνω τους να φωνάζουν βοήθεια. Νοσοκόμες και προσκοπίνες (χωρίς στολή) να τρέχουν με τα φορεία. Πέφτουμε πάνω στην αρχηγό που μας λέει κοφτά: "Στο Νοσοκομείο αμέσως για αίμα!". Οι πρώτες βόμβες έπεσαν και στην Αγγλικανική Εκκλησία.

Για τον βομβαρδισμό της Πάτρας και τα συμβάντα των πρώτων μηνών του πολέμου σημαντικά στοιχεία μας παρουσιάζει το χειρόγραφο ημερολόγιο του μοιράρχου, υποδιοικητή της χωροφυλακής Πατρών, Ευάγγελου Θέμελη. Το βιβλίο διανομής τροφίμων της υποδιοικήσεως χωροφυλακής Πατρών, μας δίνει με ένα μοναδικό τρόπο το κλίμα των πρώτων ημερών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Πάτρα, γραμμένο από έναν κρατικό λειτουργό, που βίωσε τα γεγονότα και ήταν υποχρεωμένος κάθε μέρα για αρκετούς μήνες μέχρι την έλευση των γερμανών κατακτητών, να δίνει γραπτές αναφορές για τα δρώμενα στην τοπική κοινωνία.

«Στόχος των Ιταλών ήταν να πληγούν οι λιμενικές εγκαταστάσεις και να παρεμποδιστεί η μεταφορά στρατευμάτων και πολεμικού υλικού μέσω της Αιτωλοακαρνανίας προς την Ήπειρο.Οι βόμβες έπεσαν εκτός από τη λιμενική ζώνη και σε περιοχές στο κέντρο της πόλης, στην Τριών Ναυάρχων, στη λεωφόρο Γούναρη- στη συμβολή της με την οδό Κορίνθου ήταν η έδρα της 3ης μεραρχίας (στο σημείο που είναι σήμερα το κτίριο του ΙΚΑ)- και στη συνοικία του Αγίου Διονυσίου, σκορπώντας τον θάνατο στους πολίτες που είχαν βγει στους δρόμους εκλαμβάνοντας αρχικά τα αεροπλάνα για συμμαχικά και αφήνοντας πολλά ερείπια και καταστροφές».


10:00 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940. Βομβαρδισμοί, πού κράτησαν μόλις δέκα λεπτά τής ώρας όμως, διότι στο μεταξύ τα Ἑλληνικὰ αεροπλάνα αναχαίτισαν τα ιταλικά.
Στόχοι το Τατόι και η Κόρινθος. Άλλοι βομβαρδισμοὶ στην Πρέβεζα, στην Ἐλευσίνα, στην Πειραιᾶ. Οι βόμβες των Ἰταλῶν, λόγω «ευστοχίας», κατέληξαν στην …Κινέτα!!!


1940,Οι Ιταλοί βομβαρδίζουν τον ισθμό της Κορίνθου.
Άποψη του Ισθμού το 1940
Η άποψη της γέφυρας του Ισθμού της Κόρινθου που έβγαλε Αλεξιπτωτιστής(Fallschirmjäger) κατά την προσέγγιση της ζώνης πτώσης στις 0700 το πρωί της 26ης Απριλίου 1941.

Περισσότερα για την Κόρινθο ΕΔΩ


Διώρυγα Κορίνθου 1941. Απρίλιος 20, ανατίναξη από τους Άγγλους

Την ίδια ημέρα οι Άγγλοι βομβάρδισαν την Αστυπάλαια, πού ήταν υπό Ἰταλικὴ κατοχή.

Ο πόλεμος ξεκίνησε με άγριες διαθέσεις.
Οι βομβαρδισμοί, ιδικά για την πόλη της Πάτρας, έγιναν καθημερινή τους υπόθεση.
Έως τα μέσα του Νοεμβρίου, αλλά και αργότερα οι Ιταλοί αγωνιωδώς αναζητούσαν τρόπους να καταβάλουν το ηθικό των Ελλήνων..
Στα μέτωπα των πολεμικών επιχειρήσεων όμως αντελήφθησαν πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο.



Η Πάτρα είχε σχεδόν καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς, τόσο των Ιταλών, όσο και αργότερα των Γερμανών, με τα αεροπλάνα του φασιστικού άξονα να σκορπίζουν τον τρόμο στους Πατρινούς, κατά την διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Δεκάδες κτίρια γκρεμίστηκαν από τις βόμβες και δεκάδες περιοχές της πόλης επλήγησαν. Ζημιές και καταστροφές που έμειναν χαραγμένες στην Πάτρα για αρκετά χρόνια, μετά το τέλος του πολέμου.
Οι φωτογραφίες από το αρχείο Luce δείχνουν χαρακτηριστικές εικόνες από τα κτίρια που είχαν πληγεί από τους ιταλικούς βομβαρδισμούς του 1940. Φωτογραφίες που τράβηξαν οι ίδιοι οι Ιταλοί στρατιώτες όταν λίγους μήνες αργότερα ήρθαν την άνοιξη του 1941 στην Πάτρα ως κατακτητές.

Η δύσκολη καθημερινότητα των κατοίκων στην Πάτρα, που βομβαρδίστηκε από τις πρώτες κιόλας ώρες του πολέμου του 1940, έχει αποτυπωθεί κατά ένα μεγάλο μέρος στις εφημερίδες που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή. Η αγωνία για τους συγγενείς που χάθηκαν τα ίχνη τους μετά τον πρώτο βομβαρδισμό, η ενημέρωση για την παροχή περίθαλψης στους τραυματίες, για τη λειτουργία των καταφυγίων, για την καταβολή των μισθών στους εργαζόμενους, αλλά και για την κάλυψη των πρώτων αναγκών, περιγράφονται στις στήλες των εφημερίδων, όπως επίσης και οι οδηγίες που έδινε η Νομαρχία προς τους κατοίκους. Ξεφυλλίζοντας την ημερήσια εφημερίδα της Πάτρας, «Νεολόγος», τα τεύχη της οποίας έχουν διασωθεί και εκτίθενται στο μουσείο Τύπου της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου Ηπείρου Νήσων, πέρα από τα πολεμικά ανακοινωθέντα, που είναι το βασικό θέμα, ο σημερινός αναγνώστης μπορεί να αντλήσει διάφορες πληροφορίες για το πώς λειτουργούσε η πόλη και κυλούσε η ζωή εκείνες τις δύσκολες ημέρες.



Οι μικρές αγγελίες 
Ειδικότερα, στις μικρές αγγελίες των πρώτων ημερών του πολέμου δεν δημοσιεύονταν αγοραπωλησίες, ενοικιάσεις, αναζήτηση εργασίας, κ.α., αλλά ζητούνταν πληροφορίες για αγνοούμενους, ενώ ταυτόχρονα Πατρινοί που διασώθηκαν, προσπαθούν να ενημερώσουν με αυτό τον τρόπο τους οικείους τους, για το πού ακριβώς βρίσκονται. Άλλωστε, όπως έχει περιγραφεί, μετά τον πρώτο βομβαρδισμό της Πάτρας πολλοί κάτοικοι που κατάφεραν να γλιτώσουν, έσπευσαν να φύγουν από την πόλη και να βρουν καταφύγιο στα περίχωρα και γειτονικές κοινότητες, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουν τι απέγιναν συγγενείς τους, τα ίχνη των οποίων έχασαν την ώρα του πανικού. Μάλιστα, λόγω της φυγής των κατοίκων, ο τότε νομάρχης ζητούσε από τους κατοίκους των χωριών να ανοίξουν τα σπίτια τους και να τους παράσχουν κάθε δυνατή βοήθεια. Λίγες ημέρες μετά, όταν οι Πατρινοί άρχισαν να επιστρέφουν στην πόλη, ο νομάρχης καλούσε ιδιαιτέρως τους γιατρούς, τους φαρμακοποιούς, τους αρτοποιούς, τους αρτεργάτες και τους παντοπώλες να επιστρέψουν στις εργασίες τους.
Ειδικά για τους φαρμακοποιούς και τους παντοπώλες, αναφέρεται ότι αν δεν ανοίξουν αμέσως τα φαρμακεία και τα καταστήματά τους, τα προϊόντα θα κατάσχονται και θα δημεύονται οι περιουσίες τους.

Τα κτήρια-καταφύγια
Στο μεταξύ, σε καθημερινή βάση δημοσιεύονταν τα κτίρια τα οποία χρησιμοποιούνταν ως καταφύγια, ώστε οι κάτοικοι να γνωρίζουν πού μπορούν να πάνε για να προφυλαχθούν από τους βομβαρδισμούς. Τα περισσότερα κτίρια με υπόγεια ήταν οικίες, καταστήματα, κλινικές, καθώς και το υπόγειο του καμπαναριού του ιερού ναού της Παντάνασσας, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρχε κανονισμός λειτουργίας των καταφυγίων που έπρεπε όλοι να τον τηρούν.
Μάλιστα, εκείνες τις ημέρες ένα ζευγάρι Πατρινών αποφάσισε να παντρευτεί μέσα σε ένα από τα καταφύγια, προφανώς για να προστατευθούν και να μη ματαιωθεί η τελετή, λόγω των βομβαρδισμών. Εκτός από τη λειτουργία των καταφυγίων για την προστασία του πληθυσμού, υπήρχαν και περιορισμοί στην κυκλοφορία των πολιτών, η οποία απαγορευόταν από τις 7 το απόγευμα, έως τις 6:30 το πρωί της επόμενης ημέρας.

Οι επιστρατευμένοι για το μέτωπο
Επίσης, στην ίδια εφημερίδα δημοσιεύονταν οι επιστρατεύσεις γιατρών, καθώς και πολιτών που είχαν διπλώματα εθελοντών νοσοκόμων και τραυματιοφορέων, ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες για την περίθαλψη των τραυματιών, ενώ το νοσοκομείο της Πάτρας είχε ενισχυθεί με ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που είχε έλθει από την Αθήνα. Όμως, επειδή οι ανάγκες για ιατρική φροντίδα ήταν μεγάλες, λειτουργούσαν υγειονομικοί σταθμοί σε διάφορα σημεία της πόλης, αλλά και σε γειτονικές κοινότητες. Εκτός από την ιατρική φροντίδα, λαμβάνονταν μέτρα για την καταβολή δεδουλευμένων στους εργαζόμενους. Η επιθεώρηση εργασίας ζητούσε, μέσω δημοσίευσης, από τους εργοστασιάρχες να καταβάλλουν άμεσα τα δεδουλευμένα ημερομίσθια στους εργαζόμενους και τα επιδόματα των στρατευσίμων, ενώ σε διαφορετική περίπτωση, όπως αναφέρεται, θα λαμβάνονταν αυστηρότατα μέτρα.
Παράλληλα τους ζητείται να φτιάξουν καταφύγια στους χώρους των εργοστασίων, ώστε να προστατεύονται οι εργαζόμενοι.

Τα συσσίτια και οι άποροι
Όσον αφορά στις δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες λειτουργούσαν καθ΄ όλη την διάρκεια της ημέρας αλλά και τις Κυριακές και εξαιρέσιμες, χωρίς διακοπή, ενώ οι τηλεφωνήτριες είχαν εξαιρεθεί των ευεργετικών διατάξεων για τις εργαζόμενες και βρίσκονταν ανελλιπώς στις θέσεις τους. Επίσης, και τα καταστήματα μπορούσαν να λειτουργούν συνεχώς, όμως απαγορεύθηκε η μεταφορά γραφείων επιχειρήσεων και καταστημάτων εκτός της Πάτρας. Στο πλαίσιο προφανώς των αναγκών που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος ζητήθηκε να παρουσιαστούν στην Τροχαία μηχανοτεχνίτες αυτοκινήτων, διευθυντές μηχανουργείων, καταστηματάρχες ειδών αυτοκινήτων, όπως και επισκευαστές ελαστικών. Στην ίδια εφημερίδα υπήρχε ανακοίνωση για τους άστεγους και όπως γίνεται γνωστό, φιλοξενούνταν σε παιδικές εξοχές και δημοτικά σχολεία, ενώ οργανώνονταν συσσίτια για τους απόρους.
Τέλος, οι βομβαρδισμοί κατά της Πάτρας, προκάλεσαν το ενδιαφέρον ξένων μέσων ενημέρωσης και δύο Αμερικανοί δημοσιογράφοι επισκέφθηκαν την πόλη, προκειμένου να καταγράψουν τα όσα είχαν συμβεί.




ΟΙ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ

Το πρωί της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου, η Ναύπακτος ζούσε για τρίτη ημέρα, το εξαήμερο παζάρι τον Αγίου Δημητρίου. Ξαφνικά ακούστηκαν από τη μεριά της Πάτρας βροντές εκρήξεων (από βόμβες ιταλικών αεροπλάνων) και φαινόταν ολόκληρη η πόλη πνιγμένη στούς καπνούς. Την τρίτη μέρα τον πολέμου στις 30 Οκτωβρίου, ένα από τα αεροπλάνα που άδειαζαν τις βόμβες τους στη Πάτρα, λοξοδρόμησε ως πάνω απ’ τον ‘Επαχτο, γιατί από μακριά είδε ένα μικρό φορτηγό πλοίο αραγμένο μπροστά στο Γρίμποβο. Πλησιάζοντας βλέπει τη συγκέντρωση τον κόσμου (λόγω τον παζαριού), τα ζώα της ζωοπανήγύρης και προφανώς νόμισε ότι ήταν εφοδιοπομπές. Έριξε, τρεις βόμβες. Η μία δεν πρόφτασε να φτάσει στην πόλη και έπεσε στη Θάλασσα. Η άλλη κοντά στο βράχο τον ΑΙ- Γιώργη, επάνω στη αραγμένη νεκροφόρα τον Δήμου (ήταν άμαξα, που την έσερναν άλογα). ‘Ενα όμως Θραύσμα της βόμβας κομμάτιασε το κεφάλι μιας γυναίκας (Λάμπρω, σύζυγος Μήτσου Κωστίνα). Η τρίτη έπεσε πίσω από την Βαρναράχη, σε μαντριά κοντά στη Βομβοκού. Το ίδιο βράδυ ο Ιταλικός ραδιοφωνικός σταθμός τον Μπάρι, στην ελληνική του εκπομπή, μετέδωσε, ότι: «στο λιμένα της Ναυπάκτου βυθίστηκε μεγάλο μεταγωγικό σκάφος, βομβαρδίστηκαν στρατιωτικές εγκατα-στάσεις και στρατόπεδο τον Ελληνικού στρατού».



Τα μαθήματα στα σχολεία σταμάτησαν. Κάθε φορά που ακούγονταν αεροπλάνα, όλοι οι κάτοικοι της πόλης έτρεχαν στα καταφύγια και τα ορύγματα, που επίτηδες είχαν ανοιχτεί εκείνη τη περίοδο σε πολλές αυλές. Κάτω απ’ την τάπια τον Μπότσαρη, στο υπόγειο της εκκλησίας τον Αγίου Δημητρίου είχαν ανοίξει δύο από τις επτά θόλους της πρόσοψης του, στα υπόγεια νέων και γερών σπιτιών. «Οι νέοι (γράφει ο Γιάννης Βαρδακουλάς) προτιμούσαν την παραλία, απ’ όπου ξαπλωμένοι αγναντεύαμε τον ουρανό». Ακόμα και η ταβέρνα τον Κοντόβλαχου, με τα μεγάλα βαρέλια γεμάτα κρασί, ήταν …καταφύγιο.

Και τα πειράγματα: «Κάποια μέρα χτύπησαν οι σειρήνες τη λήξη τον συναγερμού και ο Μπάρμπα-Πάνος Μπουρζούκας (Αρτινόπουλος) βλέπει τον Φώτη Κουλούρη να βγαίνει απ’ το στόμιο της μεγάλης θολωτής υπονόμου που κατέληγε στη Θάλασσα, δίπλα στο σπίτι του Ρέππα. Δεν τον άρεσε τον Μπαρμπα-Πάνου και επιτιμητικά φωνάζει μαλώνοντας τον Φώτη: «Ρε Φώτ’, δεν ντρέπεσαι μωρέ, μέσ’ στ’ βρώμα πήγες να χωθείς;» και ο Φώτης χωρίς καθόλου να στεναχωρηθεί απαντά: «Αμ’ Μπαρμπα-Πάνου μ’, καλύτερα σκαταλειμμένος παρά μπομπαρδισμένος»! Βενιζέλος Σιμιανόπουλος: Ο Παλιός ο ‘Επαχτος, ΑΘήνα 1990.


Υπήρχε ένα «αντιαεροπορικό παρατηρητήριο» πάνω στο κάστρο, που το στελέχωναν νεολαίοι φαλαγγίτες της ΕΟΝ και ήταν συνδεδεμένοι τηλεφωνικά με την χωροφυλακή. Ο διοικητής της Χωροφυλακής (που ήταν απέναντι από τον Άγιο- Δημήτριο) ήταν ο Ραπτάκης ή «Μπαμπόρδας» όπως τον έλεγαν οι λιμανιώτες. ‘Οταν τον ειδοποιούσαν ότι έρχονται αεροπλάνα, έβγαινε στο μπαλκόνι τον κτηρίου με το πιστόλι στο χέρι και φώναζε. -Αεράμυνααα… Αεράμυ-νααα… Συναγερμόοος… ‘Ετσι τον έμεινε το παρατσούκλι ο «Μπαμπόρδας»!

Στα λιοστάσια γύρω απ’ τη πόλη που έδιναν κάλυψη από τ’ αεροπλάνα, άρχισε να καταφθάνει και να σταματάει για λίγες ώρες ο στρατός μας, που πορευόταν προς το μέτωπο. ‘Ηταν κυρίως μονάδες της Πελοποννήσου (όπως ολόκληρο το Σύνταγμα Καλαμών, που έμεινε μία μέρα στο λιοστασι τον Πανοβενέτη). Περνούσαν νύχτα με καίκια στη Ναύπακτο και συνέχιζαν για την καΐκια απο τον Ψαθοπυργο και πήγαιναν στην Αλβανία με τα πόδια. “Ολοι οι κάτοικοι της περιοχής πήγαιναν και έδιναν στούς κατάκοπούς φαντάρους ό,τι υπήρχε πρόχείρο, σταφύλια, κυδώνια, αυγά και τηγανίτες.

Οι κοκορόφτεροι

Η αγωνία των πρώτων ημερών μεταλλάχτηκε σε κλίμα θριάμβου από την 14η Νοεμβρίου, όταν άρχισε η ελληνική αντεπίθεση. Η φιλελεύθερη ορμή τον Ρωμιού και η πολιτική ωριμότητα των Ιταλών, έδωσαν αυτή την απρόοπτη τροπή. «… Αι ημέτεραι δυνάμεις … μάχονται ήδη και εφ’ ολοκλήρου τον μετώπου, έξω τον πατρίου εδάφους…έπεσε η Ερσέκα…πήραμε το Λεσκοβίκι μπηκαμε στούς Αγίους Σαράντα…Λευτερώθηκε η Κορυτσά, η Μοσχόπολη, το Πρόγδαρετς, η Πρεμετή, το Δελβίνο το Αργυρόκαστρο..” Κάθε τόσο οι καμπάνες δονούσαν στον αέρα σε κάθε χαρμόσυνη ειδηση.

Μάλιστα για να γελοιοποιήσουν οι Γάλλοι τους Ιταλούς, στα γαλλοϊταλικά σύνορα τοποθέτησαν επιγραφές, που απευθύνονταν τάχα στους προελαύνοντες ‘Ελληνες που έγραφαν: «Ελληνες στοπ, εδώ αρχίζει το Γαλλικό έδαφος!».

Στις αρχές τον χειμώνα τον ’41, άρχισαν να περνούν όλο και πιο συχνά τα εγγλέζικα φορτηγά με εφόδια για το μέτωπο. Άρχισαν να φέρνουν και Ιταλούς αιχμαλώτους. Φαίνονταν σαν «μασκαράδες». Άλλοι σαν πελερίνες και άλλοι με φτερά στο κεφάλι τους! Και οι μεραρχίες τους είχαν στομφώδικα ονόματα. «Λύκοι της Τοσκάνης»! ‘Οταν περνούσαν (ακόμα και αργότερα, επί Ιταλικής Κατοχής) και ανέμιζαν τα φτερά στον αέρα μερικοί κακάριζαν, κι άλλοι μιμούνταν τον κόκορα με επιτηδειότητα τσίφτικη, γιατί το «κουκουρίκου» γίνεται με το λαιμό και τη μύτη -με το στόμα κλειστό-. Οι Ιταλοί, έκαναν πως δεν καταλάβαιναν. Πέρασε από την πόλη με προορισμό την Αθήνα, ολόκληρο το σύνταγμα «των Λύκων της Τοσκάνης» αιχ-μάλωτο από το στρατό μας. Οι Ναυπάκτιοι τους δέχτηκαν, οι πιο πολλοί, με οίκτο. Σταμάτησαν στο ξενοδοχείο «Απόλλων» (δίπλα στο πρώην ξενοδοχείο ΡΕΞ) για διανυκτέρεύση, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Μενεγκέτι. Κάποιος νεαρός έβγαλε κρυφά από το πέτο της αφημένης χλαίνης τον, τα δύο αλουμινένια αστέρια, για ενθύμιο. Ο συνταγματάρχης τον είδε και τον κοίταξε μ’ ένα αχνό, θλιμμένο χαμόγελο…

Κάποιο χειμωνιάτικο μεσημέρι τρία Ιταλικά βομβαρδιστικά FIAT επέστρεφαν στις βάσεις τους, περνώντας πάνω από τη Ναύπακτο. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένα μικρό ελληνικό διπλάνο P.Z.L. (ΙΙεζεντέλ, τα έλεγαν) ατού άρχισε να πολυβολεί τα βομβαρδιστικά, κάνοντας ελιγμούς. ‘Ηταν κάποιος ατρόμητος ‘Ελληνας που τα κυνηγούσε και τα πρόλαβε πάνω από την Παλαιοπαναγιά. ‘Εριξε όλες και όλες, δυο ριπές στα αργά βομβαρδιστικά (ακούγονταν καθαρά στην Ναύπακτο).
‘Ενα από τα βομβαρδιστικά άρπαξε φωτιά και έπεσε, όπως είπαν μετά, στον Εύηνο. Οι επιβαίνοντες Ιταλοί πρόλαβαν, πήδησαν με αλεξίπτωτα και αφού τους συνέλαβε η Χωροφυλακή, τους παρέδωσε στο Μεσολόγγι.

Οι πεσόντες
Τα περισσότερα ονόματα είναι από το βιβλίο τον Χρήστου Αναγνωστού: Αναφορά στους πεσόντες Νανπάκτιονς, ΑΘήνα 1999.

Ναύπακτος: Γιακουμής Χρ. Ιωάννης, Δροσόπουλος Γ. Αθανάσιος, Ζουλούμης Αλ. Ιωάννης, Καρβούνης Γεώργιος, Κατσώνης Αντ. Απόστολος, Κορομπίλης Νικ. Κωνσταντίνος, Κορομπίλης Χρ. Κων-σταντίνος, Κόττας Πετ. Νικόλαος, Μπλέρης Σπύρος, Μπρέλλης Νικ. Σπυρίδων, Παπαϊωάννου Γ. Βασίλειος, Παπανδρέου Δ. Γεώργιος, Πετσίνης Ι. Κωνσταντίνος, Πιάς Γεώργιος, Πλαστήρας Φίλιππος, Πολυμερόπονλος Κ. Βενιζέλος, Σιαμαντάς Χρήστος, Τζαβέλλας Λ. Κων/νος, Φούντας ΑΘ• Στέφανος.
Άγιος Δημήτριος: Αναγνωστός ΑΘ. Νικόλαος, Ζωργιός Ι. Χρήστος, Κακονίκος Αθ. Χρήστο, Κατσίφης Δ. Ιωαννης, Ρετσίνας Γ. Κωνσταντίνος, Σκύλαρης Αν. Βασίλειος.
Αβόρανη: Μώκος Β. Κωνσταντίνος.
Αμπελακιώτισσα: Πασχάλης Δ. Νικόλαος.
Αναβρυτή: Γκέκας Χ. Γεώργιος, Καλοκαίρης Ν. Ευάγγελος, Σιαμαντάς Γ. Χρήστος, Σταυρόπουλος Λ. Λουκάς, Τούμπανος Κ. Οδυσσέας.
Ανθόφυτο: Τσιλιγιάννης Αν. Ευθύμιος, Φούντζουλας Εναγ. Αθανάσιος.
Αντίρριο: Κουκάς Γ. Δημήτριος, Σίψας Δ. Ιωάννης.
Άνω Χώρα: Νικολόπουλος Κ. Ιωάννης, Πανουργιάς ‘Οθ. Σταύρος
Αράχωβα: Καρύδας Ν. Αθανάσιος, Πλάκας Αθ Νικόλαος.
Ασπριά: Αλτανόπονλος Ν. Αθανάσιος, Φούκας Γ. Δημήτριος.
Αχλαδόκαστρο: Αγγελάκης Ι. Λεωνίδας, Κουρελής Επ. Δημήτριος, Μαυρέλης Ι. Θεόδωρος, Τριανταφυλλάκης Κ. Ιωάννης, Χάσκαρης Γ. Νικόλαος.
Βασιλική: Κοντοχρήστος Δ. Ιωάννης, Παναγιωτόπουλος Αρ. Χρήστος.
Βομβοκού: Λαγαρός Ηλ. Ιωάννης, Τσούμαρης Π. Δημήτριος.
Γαυρολίμνη: Γαρμπής Ι. Γεράσιμος, Πατογιάννης Αθ. Ιωάννης.
Γαύρος: Αθανασόπουλος Β. Σπυρίδων
Γραμμένη Οξυά: Αναστασίου Γ. Νικόλαος, Γεωργίου Εναγ. Ευστάθιος.
Γρηγόρι: Χορμόβας Δ. Νικόλαος.
Δενδροχώρι: Πανούσος Χαραλ. Χαρίλαος.
Διασελλάκι: Καραγιάννης Αθ. Αριστείδης.
Δορβιτσά: Μακρής Αθ. Ιωάννης, Μακρής Αθ. Χαράλαμπος.
Ελατόβρυση: Λάμπος Β. Γεώργιος, Πιάς Ν. Γεώργιος, Μπίμπας Γ. Κωνσταντίνος, Χασάνης Κ. Δημήτριος.
Ελατού: Παπαδόπουλος Ι. Χαράλαμπος.
Ελευθέριανη: Ζωιτός Ζ. Δημήτριος, Νικολόπουλος Γ. Κωνσταντίνος.
Καλλονή: Διαμαντόπουλος Ν. Ιωάννης, Σφυρής Κ. Γεώργιος.
Καστανιά: Λέλος Κ. Βασίλειος. Καταφύγιο: Μανωλόπουλος Φ. Σπυρίδων.
Κλεπά: Αναγνωστόπουλος Κ. Ταξιάρχης, Ζαβέρδας Σ. Δημήτριος.
Κρυονέρια. Πελέκης Χριστ. Βασίλειος, Πέτρου Ν. Χρήστου, Στραβοδήμος Περ. Αλέξανδρος, Τσαγκρινός Ιωάννης
Κυδωνιά:  Μακρής Ι. Νικόλαος.
Λεύκα: Χαλαντζίκος Γ. Κωνσταντίνος.
Λιμνέστα: Ασημακόπουλος Δ. Ασημάκης.
Μαμουλάδα: Χοχτούλας Γ. Δημήτριος, Χοχτούλας Ευαγ. Ιωάννης.
Μανδρινή: Λέλος Γ. Σπυρίδων, Ρήγας Ο. Δημήτριος.
Παλαιόπυργος: Αποστολάκης Ν. Ανδρέας, Κωτσόπουλος Λ. Χρήστος, Μίχος Διον. Χρήστος, Παπασούλης Κ. Γεώργιος, Σωτηρόπουλος Κ. Χρήστος.
Παλαιοχωράκι: Ζώης Π. Ιωάννη.
Περδικόβρυση: Ανδρεόπουλος Ν. Παναγιώτης, Ασημάκης Ντ. Αλέξανδρος, Χριστόπουλος Δ. Αθανάσιος.
Περίστα: Μαυρίκης Τρ. Βασίλειο, Μαυρίκης Γ. Κωνσταντίνος, Χατζηνικολάου Γ. Αλέξιο, Χατζηνικολάου Γ. Κων/νος.
Πέρκος: Καραγιάννης Αθ. Νικόλαος, Μπουρτσαλάς Γ. Δημήτριος.
Πλάτανος: Κοριντζέλης Ν. Κωνσταντίνος, Τσίπονρας Αθ. Μιχαήλ, Χολέβας Ν. Γεώργιος.
Ριγάνη: Γονπιος Λ. Κωνσταντίνος, Καλογερής Κ. Βασίλειος, Μεσίρης Ν. Βασίλειος, Πολύδωρος Κ. Αγησίλαος, Σακκούλης Ι. Κωνσταντίνος, Σακκούλης Α. Παναγιώτης, Σταυρόπουλος Στ. Χρήστος, Ταμπάκης Αθ. Δημήτριος.
Ριζα: Γίδας Ι. Κωνσταντίνος.
Σίμου: Ζωητάκης Αν. Γεώργιος, Τσούμαρης Κ Λεωνίδας.
Σιτίστα: Μήτσου ή Μητσόπουλος Β. Δημήτριος.
Σκάλα: Ρήγας Παντ. Παναγιώτης.
Στύλια: Ζησιμόπουλος Σπ. Αθανάσιος.
Στράνωμα: Κουρελής Κ. Νικόλαος, Λάμπος Κ. Αθανάσιος, Πασπαλιάς Ι. Αθανάσιος, Τσόρτσης Β. Κωνσταντίνος.
Τερψιθέα: Τσαντίλης Χρ. Βασίλειος, Τσελέκης Χρ. Βασίλειος, Φινινής Αριστ. Ηλίας.
Φαμήλα: Ζάκας Αριστ. Σωτήριος, Παπαδημητρίου Κ. Ανδρέας, Σίνης Δ. Χαράλαμπος.

από το βιβλίο του Γιάννη Ράπτη, Συμβολή στην Ιστορία της Ναυπακτίας.


Ο Βομβαρδισμός του Πειραιά. 11-1-1944 από τους Αμερικανούς με τα Β-17
Ο Στέφανος Μίλεσης ιστορικός ερευνητής & συγγραφέας, Γεν. Γραμματέας της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς τον Οκτώβριο του 2015 ανέπτυξε το θέμα: «Οι βομβαρδισμοί του Πειραιώς 1940-1944» στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενορία εν δράσει...» του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.

Εικόνες και αναφορές σε ιστορικά γεγονότα τα οποία σχετίζονται με την πόλη του Πειραιά… την περίοδο των βομβαρδισμών 1940 – 1944
Με τον τίτλο «Από την Ιστορία της πόλης μας» ο κ.Μίλεσης ξεκίνησε την εισήγησή του μιλώντας αρχικά για τους ιταλικούς βομβαρδισμούς οι οποίοι «από την πρώτη κιόλας ημέρα προσπάθησαν να πλήξουν την πόλη του Πειραιά».
Αναφέρθηκε στις προσπάθειες προετοιμασίας και άμυνας, τόσο του τότε Δημάρχου Πειραιώς, όσο και άλλων προσωπικοτήτων «χωρίς πολλές φορές αυτές οι προετοιμασίες να γίνονται αντιληπτές από τους πειραιώτες» και θέλοντας να επισημάνει «το άστοχο των ιταλικών επιδρομών» τόνισε: «Όταν ξεκίνησαν οι πρώτες προσπάθειες του βομβαρδισμού του λιμανιού, οι Ιταλοί εξεπλάγησαν από τις διασταυρούμενες αντιαεροπορικές βολές που προστάτευαν το λιμάνι και τις εγκαταστάσεις του. Γι’ αυτό και οι απόπειρες των Ιταλών να βομβαρδίσουν τον Πειραιά ήταν πάντοτε βιαστικές και φοβισμένες. Οι Έλληνες χειριστές των αντιαεροπορικών, όπως έγραψε και ο αρθρογράφος της εποχής Νίκος Μαράκης, μετά τις πρώτες βολές κατάλαβαν το φόβο των Ιταλών πιλότων».
Μίλησε για τις ανεπιτυχείς προσπάθειες βομβαρδισμού του πειραϊκού λιμανιού, γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε «οι βόμβες έπεφταν βιαστικά στη θάλασσα ή και έξω από το λιμάνι, στο πέλαγος» και για τον φόβο των Ιταλών απέναντι στα Ελληνικά αντιαεροπορικά, σημειώνοντας πως «αυτά τα περιστατικά έπεισαν τους πειραιώτες ότι δεν υπήρχαν πιο αδέξιοι βομβαρδιστές από τους Ιταλούς».
Στη συνέχεια της ομιλίας του ο κ.Μίλεσης αναφέρθηκε στο βομβαρδισμό της Πλατείας Πηγάδας το Νοέμβριο του 1940, χαρακτήρισε «το χτύπημα στις αποθήκες του Δηλαβέρη» ως τη μεγαλύτερη εναέρια καταστροφή της πόλης του Πειραιά, τονίζοντας με έμφαση πως «σήμερα πολλοί στον Πειραιά, όταν αναφέρονται στους ιταλικούς βομβαρδισμούς χαριτολογούν, πιστεύοντας πως η πόλη μας δεν θρήνησε κανένα νεκρό. Αυτή η άποψη βεβαίως είναι λανθασμένη».
Εκτενής αναφορές έγιναν στη συνέχεια για τους γερμανικούς βομβαρδισμούς και πιο συγκεκριμένα για την Κυριακή 6 Απριλίου 1941: «Όλες οι καμπάνες των Εκκλησιών χτυπούσαν για την καθιερωμένη Κυριακάτικη Λειτουργία, μετά το πέρας της οποίας οι Πειραιώτες, ντυμένοι με τα κυριακάτικα ρούχα τους, θα επέστρεφαν στα σπίτια τους. Ξαφνικά την Κυριακάτικη ησυχία διαδέχτηκε στις 10:55 έως 11:05 ο ήχος των σειρήνων της αντιαεροπορικής άμυνας του Πειραιά. Ένα μόνο γερμανικό αεροπλάνο πέταξε για λίγο πάνω από την πόλη, έστρεψε προς τον Κορυδαλλό και χάθηκε στον ορίζοντα… Λίγο αργότερα το μεσημέρι της ίδιας ημέρας στις 3:00 οι σειρήνες ήχησαν ξανά και ένα ακόμη αναγνωριστικό πέταξε αυτή τη φορά με κατεύθυνση το νέο Φάληρο προς το λιμάνι του Πειραιά».


Μιλώντας για την 6η προς 7η Απριλίου, την τρομακτική εκείνη νύχτα κατά την οποία από την ανατίναξη πλοίου «οι άνθρωποι πετάχτηκαν τρομαγμένοι από τον ύπνο τους μέχρι και στην Κηφισιά και στην Εκάλη και ρώταγαν τι συμβαίνει», υπογράμμισε: «Ήταν δραματικές εικόνες που επικρατούσαν στο βομβαρδισμό της 6ης προς 7ης. Πυκνά μπουλούκια λαού από το λιμάνι και από όλο τον Πειραιά και τους γύρω οικισμούς έφευγαν και πήγαιναν προς την οδό Πειραιώς», ενώ προσέθεσε πως τα περισσότερα πλοία του λιμανιού, καίγονταν από τις φλόγες.
«Όταν ο πόλεμος χάθηκε και οι Πειραιώτες μαχητές επέστρεφαν στην πόλη, εισήλθαν με τα πόδια σε κατεστραμμένους δρόμους, σε κατεστραμμένα σπίτια, έχοντας το βασανιστικό ερώτημα, την αμφιβολία, εάν θα βρουν πίσω τους ότι αφήσαν φεύγοντας», είπε σε άλλο σημείο της εισήγησής του ο κ.Μίλησης και αναφερόμενος ειδικότερα στο λιμό των πολιτών επεσήμανε πως «η κατάσταση ήταν απερίγραπτη βλέποντας μικρά παιδιά να πεθαίνουν στην άκρη του δρόμου από τυμπανισμό και τους πεινασμένους ανθρώπους να περιφέρονται στους δρόμους ζητώντας απεγνωσμένα φαγητό. Η μόνη ελπίδα σωτηρίας την περίοδο εκείνη ήταν το τουρκικό ατμόπλοιο ‘’Κουρτουλούς’’, το οποίο και σε κάθε δρομολόγιό του μετέφερε τρόφιμα από τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης» «και την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα γίνει έξω από την Αγία Τριάδα διανομή ενός πιάτου φαγητού, ικανού να διατηρήσει μερικούς στη ζωή μέχρι το ‘’Κουρτουλούς’’ να έρθει ξανά. Έκτοτε η άφιξή του τύχαινε σπουδαίας είδησης στις εφημερίδες και τα ραδιόφωνα της εποχής».


«11 Ιανουαρίου 1944. Δυστυχώς φτάσαμε σε αυτή την ημερομηνία» τόνισε στη συνέχεια ο κ.Μίλεσης, προσθέτοντας πως «όταν μιλάμε για βομβαρδισμό του Πειραιά, κατά μία έννοια είναι λάθος. Έγιναν τρεις βομβαρδισμοί στον Πειραιά». Αφού σημείωσε πως οι λόγοι του βομβαρδισμού ουδέποτε απαντήθηκαν, αναφέρθηκε στις σκηνές που ακολούθησαν όταν αποχώρησαν τα βομβαρδιστικά, λέγοντας πως οι Πειραιώτες βγήκαν στο δρόμο να βοηθήσουν αυτούς που είχαν θαφτεί κάτω από τα συντρίμμια και τότε ακολούθησε η δεύτερη και η τρίτη καταστροφή. «Δηλαδή τους βρήκε εκτεθειμένους κάτω από τα χώματα προσπαθώντας να απεγκλωβίσουν εκείνους που είχαν θαφτεί ζωντανοί. Εκεί οφείλεται και ο μεγάλος αριθμός απωλειών», είπε χαρακτηριστικά.
Κάνοντας λόγο για τις καταστροφές, την πείνα και την κακουχία άφησαν πίσω τους αυτοί βομβαρδισμοί, ανέφερε ένα σημαντικό για όλους ιστορικό γεγονός: «Το καλοκαίρι του 1945 έγινε κάτι που λίγοι γνωρίζουν: Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τήνου για πρώτη φορά στην ιστορία της, άφησε το Ιερό νησί και έφτασε στον Πειραιά, γιατί ήμασταν η πιο μαρτυρική μεγαλούπολη της Ελλάδος».
«Στα ίδια σημεία, στα ίδια μονοπάτια της πόλης, ιστορία συνυπάρχει με εμάς» επεσήμανε ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο κ.Μίλεσης, υπογραμμίζοντας πως «γι’ αυτό και απαιτούμε, τόσο να γνωρίζουμε όσο και να τιμούμε το παρελθόν μας. Γιατί η λησμονιά είναι έγκλημα».
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας προβλήθηκε σπάνιο φωτογραφικό υλικό και διαβάστηκαν αποσπάσματα από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, από την λογοτέχνη κ. Σοφία Σπύρου.

ΔΕΙΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ:



Περισσότερα για τους βομβαρδισμούς του Πειραιά ΕΔΩ:

Στρατιώτης στον Ισθμό της Κορίνθου ένα χρόνο μετά την λήξη του πολέμου.

ΠΗΓΕΣ:

npress.gr
pronews.gr
patrasevents.gr
onalert.gr
mouseiotipou.gr
piraeuspress.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου