ΕΛΛΑΔΑ-ΚΟΡΙΝΘΙΑ

ΕΛΛΑΔΑ-ΚΟΡΙΝΘΙΑ

ΚΟΡΩΝΟΙΟΣ-COVID-19

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Στο όριο: Μουσείο σύγχρονης ιστορίας του Ισθμού της Κορίνθου- Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας


Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών)




Ο Ισθμός της Κορίνθου αποτελεί ορόσημο στον ελληνικό χώρο ήδη από την αρχαιότητα. Η διάνοιξή του απασχόλησε  τους μηχανικούς από την κλασική περιόδο μέχρι και το τέλος του 19ου  αιώνα. Οι όποιες προσπάθειες για τη διάνοιξη του Ισθμού κατά την αρχαιότητα ήταν ατελέσφορες λόγο έλλειψης τεχνογνωσίας. Τελικά τον 19ο αιώνα επιτυχγάνεται η θαλάσσια ένωση των δύο κόλπων με ένα εκπληκτικό για την εποχή εγχείρημα, στο οποίο συνέβαλαν μηχανικοί παγκοσμίου φήμης. Η ένωση του Κορινθιακού και του Σαρωνικού κόλπου με τη Δίωλκο άλλαξε τα δεδομένα για τη ναυτιλία αντικαθιστώντας τον απόπλου ολόκληρης της Πελοποννήσου. Το αποτέλεσμα είναι η διάνοιξη του Ισθμού να αποτελεί ορόσημο για την περιοχή, παράκαμψη για τα εμπορικά πλοία και τουριστικό πόλο έλξης για τους περαστικούς.
Ο ΙΣΘΜΟΣ ΤΟ 1900
Πλέον η χερσαία ένωση της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοπονήσου γίνεται με δύο κεντρικές αρτηρίες, με σιδηροδρομικές γραμμές και πεζογέφυρα, που γεφυρώνουν το χάσμα που δημιούργησε ο Ισθμός. Επιπλέον στις δύο άκρες του Ισθμού υπάρχουν αναδυώμενες γέφυρες για οχήματα και πεζούς.

Στην περιοχή, λόγω της συνεχούς διέλευσης οχημάτων υπάρχουν αρκετά κτίρια που εξυπηρετούν τους σταθμευμένους οδηγούς, ενώ λειτουργεί και στάση ΚΤΕΛ δίπλα στην παλαιά εθνική με αρκετά συχνούς ρυθμούς διέλευσης λεωφορείων. Οι στάσεις έχουν και τουριστικό χαρακτήρα πουλώντας ενθύμια του Ισθμού και της αρχαίας Διώλκου. Η πολιτισμική αξία της περιοχής και το ορόσημο του Ισθμού έδωσαν ώθηση για τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή. Η απόσταση όμως της περιοχής από τα αστικά κέντρα δε βοήθησε τις όποιες απόπειρες με αποτέλεσμα αρκετά κτίρια ξενοδοχειακού και εμπορικού χαρακτήρα να εγκαταλειφθούν ή ακόμα και να μείνουν ημιτελή.




Παράλληλα, η ταχεία διέλευση από τις εθνικές και τις σιδηροδρομικές γραμμές δεν επιτρέπει τη θέαση του Ισθμού παρά για λίγα δευτερόλεπτα μέσα από το όχημα. Η πεζογέφυρα απέχει αρκετά από τους χώρους στάθμευσης και έτσι η όποια δυνατότητα παρατήρησής του γίνεται από τη γέφυρα της παλαιάς εθνικής, κάτω από την οποία γίνονται και δραστηριότητες με extremesports. Ο διαμήκης περίπατος του Ισθμού κατά μήκος των παριών του γίνεται τμηματικά και με χωματόδρομους.
Επιπλεόν τα σωζώμενα τμήματα της αρχαίας Διώλκου έχουν αφεθεί απροστάτευτα χωρίς να αναδεικνύονται με κάποιον τρόπο για τους επισκέπτες, ενώ το μουσείο που έχει δημιουργηθεί για το μνημείο απέχει από αυτό υποβαθμίζοντάς το ακόμα περισσότερο.

RENDER, «ΚΛΟΥΒΙΟΥ»

Η ανάγκη λοιπόν για την τουριστική ανάδειξη της περιοχής, οι απαιτήσεις για τη στέγαση του πολιτισμικού υλικού που αφορά τα ορόσημα μνημεία του Ισθμού και της Διώλκου, η ανάγκη για στέγαση των σταθμευμένων επιβατών των λεωφορείων και των περαστικών οχημάτων και η απουσιά πολιτισμικών κέντρων στις περιοχές της Ποσειδωνίας και των Ισθμίων οδήγησε στην εκπόνηση της μελέτης με τίτλο «Στο όριο- Μουσείο σύγχρονης ιστορίας του Ισθμού της Κορίνθου» για την ικανοποίηση όλων αυτών των προϋποθέσεων.
Εμπνεόμενοι από τις τοπογραφικές ιδιαιτερότητες της περιοχής και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις που εξυπηρετούν τη ναυτική και χερσαία μετακίνηση, οι φοιτητές κατέληξαν σε ένα κτίριο πολιτισμικού χαρακτήρα, μεταβαλλόμενο ανάλογα με το χαρακτήρα των λειτουργιών που παροδικά στεγάζει, αλλάζει το σχήμα του για να ανταποκριθεί στις καιρικές συνθήκες και στις ανάγκες των χρηστών του και τελικά είναι ζωντανό καθόλη τη διάρκεια του χρόνου.

Στο όριο: Μουσείο σύγχρονης ιστορίας του Ισθμού της Κορίνθου [διπλωματική εργασία]

Ο Ισθμός της Κορίνθου αποτελεί ορόσημο στον ελληνικό χώρο ήδη από την αρχαιότητα. Η διάνοιξή του απασχόλησε τους μηχανικούς από την κλασική περίοδο μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνα. Οι όποιες προσπάθειες για τη διάνοιξη του Ισθμού κατά την αρχαιότητα ήταν ατελέσφορες λόγο έλλειψης τεχνογνωσίας. Τελικά τον 19ο αιώνα επιτυγχάνεται η θαλάσσια ένωση των δύο κόλπων με ένα εκπληκτικό για την εποχή εγχείρημα, στο οποίο συνέβαλαν μηχανικοί παγκοσμίου φήμης.
Η ένωση του Κορινθιακού και του Σαρωνικού κόλπου με τη Δίολκο άλλαξε τα δεδομένα για τη ναυτιλία αντικαθιστώντας τον απόπλου ολόκληρης της Πελοποννήσου, εξοικονομώντας  χρόνο για τα πληρώματα και πόρους για τους εμπόρους που επιδίωκαν να μεταφέρουν τα προϊόντα τους.
Παράλληλα χάρη στα «διόδια» που καλούνταν να καταβάλουν οι έμποροι για τη χρήση της Διόλκου, η Κόρινθος αναδείχθηκε σε κέντρο εμπορικού ελέγχου και ως εκ τούτου σε εξέχουσα πόλη κράτος. Το αποτέλεσμα είναι η διάνοιξη του Ισθμού να αποτελεί ορόσημο για την περιοχή, παράκαμψη για τα εμπορικά πλοία και τουριστικό πόλο έλξης για τους περαστικούς.



Πλέον η χερσαία ένωση της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου γίνεται με δύο κεντρικές αρτηρίες (παλαιά και νέα εθνική οδό), με σιδηροδρομικές γραμμές και πεζογέφυρα, που γεφυρώνουν το χάσμα που δημιούργησε ο Ισθμός. Επιπλέον στις δύο άκρες του Ισθμού υπάρχουν αναδυώμενες γέφυρες για οχήματα και πεζούς.
Στην περιοχή, λόγω της συνεχούς διέλευσης οχημάτων υπάρχουν αρκετά κτίρια που εξυπηρετούν τους σταθμευμένους οδηγούς, ενώ λειτουργεί και στάση ΚΤΕΛ δίπλα στην παλαιά εθνική με αρκετά συχνούς ρυθμούς διέλευσης λεωφορείων. Οι στάσεις έχουν και τουριστικό χαρακτήρα πουλώντας ενθύμια του Ισθμού και της αρχαίας Διόλκου.
Η πολιτισμική αξία της περιοχής και το ορόσημο του Ισθμού έδωσαν ώθηση για τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή. Η απόσταση όμως της περιοχής από τα αστικά κέντρα δε βοήθησε τις όποιες απόπειρες με αποτέλεσμα αρκετά κτίρια ξενοδοχειακού και εμπορικού χαρακτήρα να εγκαταλειφθούν ή ακόμα και να μείνουν ημιτελή.


Παράλληλα, η ταχεία διέλευση από τις εθνικές και τις σιδηροδρομικές γραμμές δεν επιτρέπει τη θέαση του Ισθμού παρά για λίγα δευτερόλεπτα μέσα από το όχημα. Η πεζογέφυρα απέχει αρκετά από τους χώρους στάθμευσης και έτσι η όποια δυνατότητα παρατήρησής του γίνεται από τη γέφυρα της παλαιάς εθνικής, κάτω από την οποία γίνονται και δραστηριότητες με extreme sports. Ο διαμήκης περίπατος του Ισθμού κατά μήκος των παριών του γίνεται τμηματικά και με χωματόδρομους.
Επιπλέον τα σωζωμένα τμήματα της αρχαίας Διόλκου έχουν αφεθεί απροστάτευτα χωρίς να αναδεικνύονται με κάποιον τρόπο για τους επισκέπτες, ενώ το μουσείο που έχει δημιουργηθεί για το μνημείο απέχει από αυτό υποβαθμίζοντάς το ακόμα περισσότερο.
Η ανάγκη λοιπόν για την τουριστική ανάδειξη της περιοχής, οι απαιτήσεις για τη στέγαση του πολιτισμικού υλικού που αφορά τα ορόσημα μνημεία του Ισθμού και της Διόλκου, η ανάγκη για στέγαση των σταθμευμένων επιβατών των λεωφορείων και των περαστικών οχημάτων και η απουσία πολιτισμικών κέντρων στις περιοχές της Ποσειδωνίας και των Ισθμίων οδήγησε στην εκπόνηση της συγκεκριμένης μελέτης για την ικανοποίηση όλων αυτών των προϋποθέσεων.
Παρατηρώντας από τις τοπογραφικές ιδιαιτερότητες της περιοχής και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις που εξυπηρετούν τη ναυτική και χερσαία μετακίνηση οι δημιουργοί της μελέτης κατέληξαν σε ένα κτίριο πολιτισμικού χαρακτήρα, μεταβαλλόμενο ανάλογα με το χαρακτήρα των λειτουργιών που παροδικά στεγάζει, μεταβάλλει το σχήμα του για να ανταποκριθεί στις καιρικές συνθήκες και ανάγκες των χρηστών του και τελικά είναι ζωντανό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.


Τοποθεσία
Η επιλογή της τοποθεσίας πάνω στα πρανή του Ισθμού απασχόλησε τους δημιουργούς εξ’ αρχής για την εφαρμογή της μελέτης. Τελικά, η απάντηση δόθηκε ύστερα από την πολεοδομική ανάλυση της περιοχής, από τον αυτοσκοπό της λειτουργίας του κτιρίου, από προδιαγραφές ναυσιπλοΐας και από τη Γεωτεχνική Έρευνα που έχει εκπονηθεί από το Υπουργείο Δημοσίων Έργων Δ/νση Ερευνών Εδαφών στις 24 Μαρτίου 1986 για την κατασκευή της νέας εθνικής οδού στον Ισθμό.
Συγκεκριμένα, σημειώνοντας  τα αστικά κέντρα και τις κατοικημένες περιοχές γύρω από τον Ισθμό και αναλύοντας τις οδικές αρτηρίες που τα ενώνουν οι δημιουργοί της μελέτης κατέληξαν στο εύλογο συμπέρασμα πως για την ευκολότερη πρόσβαση του κοινού το κτίριο πρέπει να βρίσκεται κοντά σε μια από τις δύο εθνικές οδούς (παλαιά ή νέα) που διατρέχουν εγκάρσια τον Ισθμό.


Παράλληλα, έχοντας από την αρχή της μελέτης υπόψιν ότι το κτίριο θα αντικαταστήσει τις υπάρχουσες στάσεις των υπεραστικών λεωφορείων στην περιοχή, αποφασίστηκε η τοποθέτηση να γίνει ανάμεσα στις δύο εθνικές οδούς.
Η συγκεκριμένη τοποθεσία ευνοεί την ικανοποίηση των ναυσιπλοϊκών κριτηρίων για τον Ισθμό, τα οποία περιορίζουν τις μελέτες, ορίζοντας το μέγιστο ασφαλές ύψος για ναυσιπλοΐα στα 52 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Επομένως το κατώτατο επίπεδο του κτιρίου όφειλε να βρίσκεται τουλάχιστον 52 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, γεγονός που μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο στο συγκεκριμένο σημείο του Ισθμού όπου τα πρανή φτάνουν στο μέγιστο υψόμετρο των 66 μέτρων.
Τέλος, αναλύοντας την προαναφερθείσα Γεωτεχνική Έρευνα του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, οι δημιουργοί της μελέτης κατέληξαν ότι το ασφαλέστερο σημείο για την εφαρμογή της μελέτης είναι ανάμεσα στις δύο εθνικές οδούς στην πλευρά της Πελοποννήσου. Στο σημείο αυτό η στρωματογραφία του εδάφους επιτρέπει την αφαίρεση όγκου χώματος, την ασφαλή τοποθέτηση και θεμελίωση μεγάλου κτιριακού όγκου και την αποφυγή κατολισθήσεων κατά τις διεργασίες ανέγερσης.



Η μελέτη

Στόχος

Κύριο μέλημα κατά το σχεδιασμό ήταν η εκμετάλλευση του ορίου που θέτει το πρανές του Ισθμού και η ανάδειξή του με τη δημιουργία διαδρομών κατά μήκος αυτού. Παράλληλα, γνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα της περιοχής ως προς την επισκεψιμότητά της, έγινε η προσπάθεια να ενταχθούν στη μελέτη προγράμματα τα οποία ικανοποιούν τις ανάγκες των διερχόμενων και των κατοίκων των γύρω περιοχών. Ικανοποιούνται με αυτό τον τρόπο οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός πολυπρογραμματικού κτιρίου, το οποίο παραμένει ζωντανό και σε λειτουργία καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Επιπλέον, εμπνεόμενοι από τα χαρακτηριστικά του φυσικού περιβάλλοντος και των ανθρώπινων παρεμβάσεων στην περιοχή, οι δημιουργοί της μελέτης προσπάθησαν να εναρμονήσουν το κτίριο με το χώρο, εφαρμόζοντας τα στοιχεία αυτά τόσο σε επίπεδο ιδεολογικό όσο και αυτούσια εφαρμογή.
Τέλος, γνωρίζοντας πως η κύρια χρήση του κτιρίου θα είναι πολιτισμική, έγινε η προσπάθεια να ενταχθούν σε αυτό αρχές μουσειολογίας όσον αφορά το φωτισμό των εσωτερικών χώρων και την κίνηση από χώρο σε χώρο και ανάμεσα στα εκθέματα.
Η κίνηση που στοχεύεται να δημιουργηθεί είναι συνεχώς μεταβαλλόμενη. Χαρακτηρίζεται από πληθώρα κόμβων όπου ο επισκέπτης καλείται να επιλέξει διαφορετικές κινήσεις, δημιουργώντας κάθε φορά διαφορετική πορεία και ξεχωριστή εμπειρία διάδρασης με το χώρο, τα εκθέματα και τις λειτουργίες.


Εξωτερικά
Όπως ήδη αναφέρθηκε ένας στόχος της μελέτης είναι το κτίριο να αντικαταστήσει την υπάρχουσα στάθμευση για τα υπεραστικά λεωφορεία που βρίσκεται στο σημείο. Ως εκ τούτου το κτίριο που βρίσκεται δίπλα ακριβώς στην παλαιά εθνική οδό στο ρεύμα προς Αθήνα γκρεμίζεται και αντικαθίσταται από μεγάλο στέγαστρο διαστάσεων 29,20 x 27,80 μ.
Το στέγαστρο αυτό στηρίζεται σε μεταλλική κατασκευή και λειτουργεί ως ορόσημο για την ύπαρξη του μουσείου και παράλληλα έναν πρώτο χώρο συγκέντρωσης των επισκεπτών. Επιπλέον στην οροφή του τοποθετούνται ηλιακά πανέλλα συνολικού εμβαδού 900 τ.μ. ικανά να ανταποκριθούν στις ενεργειακές ανάγκες τουλάχιστον του μισού κτιρίου, συμβάλλοντας έτσι στην εξοικονόμηση ενέργειας για τη λειτουργία του. Το σκέπαστρο βρίσκεται στο ύψος του δρόμου το οποίο βρίσκεται 4 μέτρα πάνω από το επίπεδο της οροφής του κτιρίου.
Η ένωση του εξωτερικού μεταλλικού σκέπαστρου με την είσοδο του μουσείου επιτυγχάνεται με ράμπα παράλληλη στην παλαιά εθνική οδό. Εκτός της ράμπας έχουν δημιουργηθεί άλλες τρεις ράμπες και δύο κλιμακοστάσια εγκάρσια του δρόμου που ενώνει την παλαιά με τη νέα εθνική οδό.
Οι τρείς αυτές ράμπες καταλήγουν στην οροφή του κτιρίου και εξυπηρετούν στη μετακίνηση φορτηγών οχημάτων για την φορτοεκφόρτωση υλικών που πιθανώς να χρειαστούν για κάποιο δρώμενο του μουσείου. Παράλληλα οι ράμπες αυτές εξυπηρετούν και την είσοδο ατόμων με κινητικές δυσκολίες, καθώς στα σημεία που καταλήγουν έχουν τοποθετηθεί ανυψωτικές πλατφόρμες, οι οποίες μεταφέρουν το χρήστη στους εσωτερικούς χώρους του μουσείου.
Ανάμεσα στις δύο πρώτες ράμπες παρατηρείται η εντονότερη διακύμανση στις υψομετρικές διαφορές του εδάφους και εκεί τοποθετούνται τα δύο κλιμακοστάσια τα οποία χωρίζουν την απόσταση των δύο ραμπών σε 3 ισομοιρασμένα τμήματα.



Τα τμήματα αυτά λόγο της έντονης κλίσης του εδάφους βοηθούν στη δημιουργία αμφιθεατρικού χώρου. Εκμεταλλευόμενοι τη συνθήκη αυτή, δημιουργήθηκαν στο κεκλιμένο έδαφος κερκίδες σχηματίζοντας έτσι ένα μεγάλο εξωτερικό θεατρικό χώρο που μπορεί να εξυπηρετήσει δρώμενα για τους καλοκαιρινούς μήνες αλλά και χώρο στάθμευσης για όσους δεν επιθυμούν να μπουν στους χώρους του μουσείου. Οι κερκίδες αυτές προστατεύονται και οριοθετούνται από το δρόμο με δεντροστοιχίες.
Απέναντι από τις κερκίδες και σε απόσταση 17,20 μ. δημιουργήθηκε ξύλινο deck με παρτέρια για τη φύτευση δέντρων. Το deck αυτό διατρέχει παράλληλα το μήκος του κτιρίου και έχει σκοπό να λειτουργεί ως διαχωριστικό όριο μεταξύ του χώρου του εξωτερικού θεάτρου και του μουσείου. Παράλληλα λειτουργεί ως σκηνή για το εξωτερικό θέατρο και ως περίπατος που ενώνει απ’ άκρη σε άκρη το οικόπεδο αλλά και τα σημεία εισόδου στο μουσείο.
Τέλος, για τις ανάγκες στάθμευσης που θα προκύπτουν από την επισκεψιμότητα του χώρου και από τα διερχόμενα υπεραστικά λεωφορεία, το κτίριο του Βασιλόπουλου που βρίσκεται στο παρακείμενο οικόπεδο, απέναντι από το διαμήκη δρόμο, γκρεμίζεται και ολόκληρο το οικόπεδο λειτουργεί ως χώρος στάθμευσης.



Το μουσείο

Η κατάληξη της μελέτης ως προς τη διαμόρφωση των χώρων και των διαδρομών του μουσείου επηρεάστηκε από τα χαρακτηριστικά του Ισθμού. Κύρια πηγή έμπνευσης αποτέλεσε η αρχαία Δίολκος.
Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές μελέτες που έχουν εκπονηθεί στα ερείπια του μνημείου και σε συνδυασμό με την τοπογραφία της περιοχής, οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο αρχαίος δρόμος ακολουθούσε δύο πιθανές πορείες με μοναδικά σωζόμενα τμήματα στα δύο άκρα του στην περιοχή της Ποσειδωνίας από τη μεριά του Κορινθιακού και στα Ίσθμια από τη μεριά του Σαρωνικού κόλπου.


Είναι επομένως στην ευθύνη του επισκέπτη – μελετητή να επιλέξει τη δική του πιθανή πορεία της Διόλκου και να την ακολουθήσει. Επιλέγοντας τη μία διαδρομή αποκλείει τη δεύτερη εκδοχή και για να την ακολουθήσει θα πρέπει να ξαναρχίσει από την αρχή δημιουργώντας έτσι μια ολοκληρωτικά καινούργια εμπειρία.
Κατ’ αυτή τη λογική, ο επισκέπτης στο μουσείο καλείται να επιλέξει τη δική του διαδρομή συναντώντας συνεχώς κόμβους στην πορεία του. Οι κόμβοι αυτοί επιτρέπουν να δημιουργήσει μια διαδρομή στο χώρο του μουσείου στην οποία δε χρειάζεται να γυρίσει πίσω για να συναντήσει ένα τμήμα που προσπέρασε, αλλά ο επόμενος κόμβος του επιτρέπει να το επισκεφθεί. Επιλέγοντας την πορεία του, επιλέγει και τα εκθέματα που θα συναντήσει, αποκλείοντας προσωρινά κάποια άλλα μέχρι να τα βρει χρησιμοποιώντας άλλο κόμβο.
Με αυτό τον τρόπο δημιουργεί κάθε φορά μια διαφορετική πορεία, που του επιτρέπει να ανακαλύπτει συνεχώς νέες διαδρομές στο χώρο και καινούργια εκθέματα για παρατήρηση, διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον της εμπειρίας που διαδραματίζεται μπροστά του.

Ο ΙΣΘΜΟΣ  1900

Άλλο ένα στοιχείο που επηρέασε τους δημιουργούς της μελέτης από τη Δίολκο είναι το ότι τα υπολείμματά της είναι διάσπαρτα στην πορεία της και δεν περιορίζονται σε ένα συγκεκριμένο τμήμα. Άλλα τμήματα λοιπόν είναι εμφανή στον επισκέπτη ενώ άλλα παραμένουν θαμμένα ή έχουν καταστραφεί ύστερα από την μετέπειτα ανθρώπινη επέμβαση και τις φυσικές καταστροφές.
Αυτή την συνεχή εναλλαγή μεταξύ εμφανούς και αθέατου επιχειρήθηκε να ενταχθεί και στην ιδέα τόσο σε επίπεδο οπτικής όσο και σε επίπεδο φωτισμού. Τόσο με τη χρήση ανοιγμάτων στην οροφή όσο και με την εφαρμογή ανυψωμένων- βυθιζόμενων τοίχων δημιουργήθηκε αυτή η εναλλαγή.
Σε όλο το μήκος του κτιρίου δημιουργήθηκαν ακάλυπτοι κήποι οι οποίοι επιτρέπουν την οπτική αλληλεπίδραση από και προς τους εσωτερικούς χώρους του μουσείου. Ο συσχετισμός αυτός εντείνεται με τη χρήση κεκλιμένων περσίδων στην οροφή πάνω από τον κεντρικό χώρο, σε συνέχεια με τον ακάλυπτο διάδρομο της εισόδου και σε παραλληλία με τον μεγάλο ακάλυπτο κήπο.
Οι περσίδες αυτές περιορίζουν τον άμεσο φωτισμό που διέρχεται στον κεντρικό χώρο, επιτρέποντας την είσοδο σε μερικές δέσμες φωτός. Δημιουργούν έτσι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη σκίαση που ακολουθεί την πορεία του ήλιου, παράγοντας μια συνεχή αλλαγή φωτός και σκιάς που αποτυπώνεται στον τοίχο που χωρίζει το ακάλυπτο με το στεγασμένο τμήμα του κεντρικού χώρου και σηματοδοτεί την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει ο επισκέπτης.
Ένα τρίτο στοιχείο που κέντρισε το ενδιαφέρον των δημιουργών της μελέτης στο σχεδιασμό είναι οι βυθιζόμενες αναδυόμενες μεταλλικές γέφυρες που βρίσκονται στις άκρες του Ισθμού τόσο στα Ίσθμια όσο και στην Ποσειδωνεία.
Οι γέφυρες αυτές έχουν δύο ρόλους:
Ο πρώτος είναι ο προσωρινός αποκλεισμός του καναλιού για τα πλοία καθορίζοντας κάθε φορά τη διέλευσή τους. Ο δεύτερος ρόλος τους είναι η χερσαία ένωση των δύο παρειών για τις ανάγκες των ντόπιων και λειτουργούν ως παράκαμψη των δύο εθνικών αρτηριών.
Αυτή η λογική εντάσσεται στο σχεδιασμό μας με τη μορφή βυθιζόμενων τοίχων και πλατφόρμων. Οι βυθιζόμενοι τοίχοι και οι πλατφόρμες επιτρέπουν ή απαγορεύουν την οπτική επαφή των εσωτερικών χώρων αναδεικνύοντας ή κρύβοντας ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες συγκεκριμένους χώρους.


Παράλληλα με αυτό τον τρόπο δημιουργούν νέες ενώσεις και κόμβους ή εμπόδια καθορίζοντας  τις πιθανές πορείες που μπορεί να ακολουθήσει ο επισκέπτης. Επιπλέον οι πλατφόρμες δίνουν λύση στο πρόβλημα μετακίνησης των ΑΜΕΑ τόσο εντός και εκτός του μουσείου όσο και στα διαφορετικά επίπεδά του, ενώ επιτρέπουν και την άμεση μεταφορά εξοπλισμού και υλικών που μπορεί να χρειαστούν τα περιστασιακά δρόμενα του μουσείου.
Επιπλέον, η ύπαρξη μεταλλικών κατασκευών για τη στήριξη των γεφυρών αποτέλεσε πηγή έμπνευσης με τη χρήση παρόμοιων στοιχείων σε τμήμα του μουσείου που απαιτούσε να προσδώσουμε μια πιο ανάλαφρη και διαμπερή οπτική.
Η ύπαρξη φυσικών κοιλοτήτων στα πρανή λόγο κατολισθήσεων, αλλά και η ίδια η εγκάρσια διατομή του Ισθμού έδωσε την ώθηση για τη δημιουργία κοιλοτήτων στην πρόσοψη του κτιρίου δημιουργώντας αμφιθεατρικούς χώρους που λειτουργούν ως κερκίδες για την παρακολούθηση δραστηριοτήτων και παραστάσεων.

Αξονομετρικό-Διπλωματική Εργασία Άγγελου Ευθύμιου Χατζάτογλου / Ελευθέριου Καρύδη – © Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Παράλληλα, η ύπαρξη των πολυβόλων του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τα οποία βυθίζουν στο έδαφος και αναδύουν περιορισμένο αριθμό ατόμων δημιουργώντας κάδρα της περιοχής, οδήγησαν στο σχεδιασμό στενών κλιμακοστασίων στα dark rooms τα οποία καταλήγουν χαμηλά στην παρειά του Ισθμού, παράγοντας συγκεκριμένα κάδρα της περιοχής, τα οποία μπορεί να επισκεφτεί μεμονωμένος αριθμός ατόμων κάθε φορά.
Τέλος, κοιτώντας σε μικρογραφία την περιοχή παρατηρήθηκε πως πρόκειται για μια λεπτή λωρίδα εδάφους όπου γίνονται οι χερσαίες μετακινήσεις, περικλειόμενη δεξιά και αριστερά από νερό. Έχοντας τη θάλασσα κατά μήκος της πρόσοψης  στον Ισθμό αποφασίστηκε να ενταχθεί το στοιχείο του νερού σε μια μακρόστενη δεξαμενή οριοθετώντας με αυτό και την άλλη πλευρά του μουσείου δημιουργώντας ενδιάμεσα σε Ισθμό και πισίνα τους χερσαίους δρόμους μετακίνησης στο χώρο.



Τρόποι εισόδου
Η είσοδος στο χώρο του μουσείου γίνεται με δύο τρόπους σε 3 σημεία ανάλογα με το σκοπό που εξυπηρετεί το καθένα. Για τους επισκέπτες του μουσείου η είσοδος γίνεται μέσω εξωτερικού κεντρικού κλιμακοστασίου ή πλατφόρμας για ΑΜΕΑ. Το κλιμακοστάσιο ξεκινά στο τελείωμα της ράμπας του σκέπαστρου, αποτελείται από 31 σκαλιά πατήματος 0,30 μ. και πλάτους 2,60 μ.
Το κλιμακοστάσιο αυτό βυθίζει τον επισκέπτη 5,30 μ. από την επιφάνεια του εδάφους. Το επίπεδο αυτό (+58,70 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας) θεωρούμε ότι αποτελεί την αρχή των υψομετρικών μετρήσεων (0,00 ) για τους χώρους του μουσείου για λόγους ευκολίας. Το κλιμακοστάσιο καταλήγει σε ακάλυπτο διάδρομο μήκους 24,00 μ. και πλάτους 2,60 μ.
Η πρώτη πλατφόρμα μήκους 5,30 μ. και πλάτους 3,65 μ. που προορίζεται για τα ΑΜΕΑ βρίσκεται στο τέλος αυτού του διαδρόμου. Οδηγεί τον επισκέπτη στο ίδιο υψομετρικό επίπεδο με το κλιμακοστάσιο, αλλά στο εσωτερικό του κτιρίου, στον χώρο της κεντρικής υποδοχής των επισκεπτών.


Στο δεύτερο σημείο η είσοδος γίνεται μόνο μέσο πλατφόρμας διαστάσεων 5,30 x 3,65 μ. Η πλατφόρμα αυτή δεν προορίζεται για τη χρήση από το κοινό αλλά για τη φορτοεκφόρτωση εξοπλισμού και υλικών που πιθανόν να χρειάζονται για τα εκάστοτε δρώμενα στους χώρους του μουσείου. Αυτή η δεύτερη πλατφόρμα απέχει 85,20 μ. από την πλατφόρμα της κύριας εισόδου και βυθίζει τον χρήστη στο -3,40 μ. από το 0,00 στο χώρο του κεντρικού τμήματος του μουσείου.
Η τρίτη και τελευταία είσοδος στο χώρο γίνεται επίσης μόνο με πλατφόρμα διαστάσεων 5,30 x 3,65 μ. Απέχει 35,90 μ. από τη δεύτερη πλατφόρμα και 20,35 μ. από το τέλος του κτιρίου από τη μεριά της νέας εθνικής οδού. Η πλατφόρμα αυτή οδηγεί τον χρήστη στο ίδιο επίπεδο με τη δεύτερη ( -3,40 μ. από το  0,00) σε ξεχωριστό χώρο που προβλέπεται να εξυπηρετεί τις ανάγκες των extreme sports που λαμβάνουν χώρα στον Ισθμό.
Το μουσείο εσωτερικά
H διάταξη του μουσείου ακολουθεί την πορεία του Ισθμού. Ο όγκος του εκτείνεται κατά μήκος 181,90 μ. παράλληλα με τον Ισθμό και σε πλάτος 16,30 μ., με μέγιστο καθαρό ύψος 12,70 μ. και ελάχιστο 5,00 μ.

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ
Το μουσείο μπορεί νοητά να χωριστεί σε 5 ενότητες ανάλογα με τη χρήση την οποία αποσκοπούν να εξυπηρετήσουν. Ο διαχωρισμός αυτός γίνεται στα: χώρος εισόδου, κεντρικός χώρος, dark rooms, extreme sports και το «κλουβί».
Η είσοδος
Όπως προαναφέρθηκε στο χώρο της κεντρικής εισόδου εισέρχεται κανείς είτε από το κλιμακοστάσιο είτε από την πλατφόρμα. Εισερχόμενος από το κλιμακοστάσιο ο επισκέπτης βυθίζεται στον ακάλυπτο διάδρομο.
Περιμετρικά του διαδρόμου υπάρχουν υαλοπετάσματα ύψους 3,85 μέτρων από τον οποίο ο επισκέπτης βλέπει στα αριστερά του το καφέ – μπαρ του μουσείου που εξυπηρετεί και της ανάγκες των σταθμευμένων επιβατών των ΚΤΕΛ.
Στα δεξιά υπάρχει στεγασμένος διάδρομος μήκους 24,00 μ. και πλάτους 2,90 μ. που διαχωρίζει τον πρώτο από ακάλυπτο κήπο διαστάσεων 24,00 x 3,40 μ. Η στήριξη της οροφής και του υαλοπετάσματος στους διαδρόμους αυτούς γίνεται από υποστηλώματα διατομής 0,40 x 0,10 μ. και ύψους 3,85 μ. τα οποία ισαπέχουν μεταξύ τους 1,90 μ.
Το καφέ – μπαρ καταλαμβάνει όλο το χώρο κατά μήκος του διαδρόμου με πλάτος 5,90 μ. από το υαλοπέτασμα του διαδρόμου μέχρι το υαλοπέτασμα της πρόσοψης. Για τις ανάγκες του καφέ-μπαρ τοποθετείται στη μεριά του κλιμακοστασίου κουζίνα με τον απαραίτητο εξοπλισμό διαστάσεων 4,00 x 2,40 μ. με πάχος τοίχου 0,10 μ.

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗΣ

Πίσω από την κουζίνα, δίπλα στο εξωτερικό κλιμακοστάσιο λειτουργεί χώρος W.C. εξυπηρετώντας όλο τον χώρο της εισόδου. Οι τουαλέτες είναι σκεπασμένες με χώμα ώστε να μην φαίνονται τόσο στο επίπεδο της οροφής όσο και στην πρόσοψη, αποσκοπώντας να κρατηθεί οπτικά καθαρό το όριο του κτιρίου. Ο χώρος του W.C. έχει διαστάσεις 7,00 x 5,40 μ. και καθαρό ύψος δαπέδου – πλάκας οροφής 4 μ.
Εισερχόμενος στον χώρο της κεντρικής εισόδου ο επισκέπτης συναντά τον πρώτο κόμβο. Σε απόσταση 13,00 μ. από το υαλοπέτασμα της εισόδου στο στεγασμένο χώρο υπάρχει κλιμακοστάσιο το οποίο οδηγεί στα dark rooms.
Το κλιμακοστάσιο σηματοδοτείται οπτικά στο χώρο με την ύπαρξη τοίχου διατομής 6,30 x 0,50 μ. Δεξιά του υαλοπετάσματος της εισόδου βρίσκεται η πλατφόρμα για τα ΑΜΕΑ, η οποία χωρίζεται από τον ακάλυπτο κήπο με τοίχο μήκους 3,80 μ. από το όριο του μουσείου και πάχους 0,30 μ.
Δίπλα από την πλατφόρμα υπάρχει γραφείο υποδοχής του κοινού για την παροχή πληροφοριών. Ο χώρος του γραφείου χωρίζεται από την πλατφόρμα επίσης με τοίχο μήκους 3,80 μ. από το όριο του μουσείου και πάχους 0,30 μ.
Δίπλα στο γραφείο υποδοχής υπάρχει ένας πρώτος εκθεσιακός χώρος περιβαλλόμενος με υαλοπέτασμα και εκτείνεται σε απόσταση 27,00 μ. από τον διαχωριστικό τοίχο πλατφόρμας – γραφείου.


Στην πρόσοψη του μουσείου και σε κάθετη απόσταση 23,10 μ. από τη τζαμαρία εισόδου, υπάρχει μικρό θέατρο τριών επιπέδων διαστάσεων 5,35 x 3,80 το οποίο βυθίζεται κατά 1,65 μ. από το 0,00 (0,55 μ. υψομετρική διαφορά μεταξύ των τριών επιπέδων).
Τα επίπεδα του θεάτρου συνδέοντα με σκαλοπάτια πατήματος 0,30 μ. και πλάτους 1,60 μ. και στις δύο πλευρές του θεάτρου. Πίσω από το θέατρο τοποθετούνται γραφεία και συστήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών τα οποία βρίσκονται σε δικτυακή σύνδεση με το αρχαιολογικό μουσείο της Κορίνθου και παρέχουν βιβλιογραφικό υλικό και πληροφορίες για την ιστορία της περιοχής και της Διόλκου κατά τους αρχαίους χρόνους  και μέχρι τη δημιουργία του Ισθμού.
Ο χώρος της κεντρικής εισόδου οριοθετείται και διαχωρίζεται από τον κεντρικό χώρο με στηθαίο πάχους 0,10 μ. και μήκους 14,25 μ. από την πρόσοψη του μουσείου. Το στηθαίο απέχει 40,30 μ. από το υαλοπέτασμα της εισόδου, προστατεύει το κοινό από την υψομετρική διαφορά των δύο χώρων αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει την οπτική επαφή και σύνδεση.
Εφαπτόμενα στο στηθαίο και σε απόσταση 4,30 από το όριο της πρόσοψης υπάρχει πλατφόρμα που συνδέει τον χώρο εισόδου με τον κεντρικό χώρο αλλά και με τα dark rooms αποτελώντας έτσι τον δεύτερο κόμβο στην πορεία του επισκέπτη.
Στο τέλος του στηθαίου δημιουργείται ο τρίτος κόμβος. Στο σημείο αυτό σε απόσταση 1,90 από τον τοίχο ξεκινά κλιμακοστάσιο που καταλήγει στον κεντρικό χώρο, με 19 σκαλοπάτια πατήματος 0,30 μ. και πλάτους 1,50 μ. και δίπλα από αυτό υπάρχει κλιμακοστάσιο 10 σκαλοπατιών ίδιου πατήματος και πλάτους, το οποίο ξεκινά 1,60 μ. από τον τοίχο.
Το δεύτερο κλιμακοστάσιο διαχωρίζεται από το πρώτο με τοίχο πάχους 0,10 μ. και καταλήγει στο ψηλότερο διάζωμα της κερκίδας του κεντρικού ακάλυπτου κήπου στο -1,80 μ. από το 0,00. Το καθαρό ύψος του χώρου της εισόδου είναι τα 5,00 μ. απόσταση που μετριέται από το δάπεδο μέχρι την αρχή της πλάκας του δώματος.


Ο κεντρικός χώρος

Ο κεντρικός χώρος του μουσείου μπορεί να χωριστεί σε 3 θεματικές. Τον κεντρικό ακάλυπτο κήπο, το κεντρικό θέατρο και έναν περίκλειστο χώρο.
Ο κεντρικός ακάλυπτος κήπος
Ο κεντρικός κήπος αποτελεί νοητή συνέχεια του ακάλυπτου κήπου της εισόδου. Με καθαρό μήκος 48,40 μ. και πλάτος 6,80 μ. λειτουργεί ως υπόγειος ακάλυπτος χώρος μέσα στο μουσείο συνδέοντας τα όρια εσωτερικού και εξωτερικού.
Στον κήπο πέρα από τα δέντρα υπάρχει η μακρόστενη δεξαμενή νερού διαστάσεων 35,50 x 2,50 στη μεριά του εξωτερικού τοίχου και κερκίδα τριών επιπέδων  συνολικού ύψους 1,65 μ. που καταλαμβάνει όλο το πλάτος του κήπου και έχει μέγιστη απόσταση 6,05 μ. από τον τοίχο που διαχωρίζει τα δύο κλιμακοστάσια.
Τα δύο χαμηλότερα επίπεδα έχουν πάτημα 0.90 μ. ενώ στο τρίτο δημιουργείται πλάτωμα καθώς εκεί καταλήγει το κλιμακοστάσιο που ενώνει τον κήπο με την κεντρική είσοδο. Το επίπεδο του κήπου βρίσκεται στο -3,40 μ. όπως και ο υπόλοιπος κεντρικός χώρος. Ο κήπος ενώνεται με το εσωτερικό του μουσείου και απομονώνεται από αυτό ανάλογα με τις απαιτήσεις, χάρη σε δύο βυθιζόμενους τοίχους.


Ο ένας ξεκινά στο τέλος της κερκίδας  και έχει μήκος 13,80 μ., ενώ ο δεύτερος βρίσκεται στην άλλη άκρη του κήπου και έχει επίσης μήκος 13,80 μ. Οι δύο τοίχοι ανυψώνονται σε ύψος 4,00 μ. δημιουργώντας ένα συμπαγή, ενιαίο τοίχο ύψους 8,40 μ. μέχρι την αρχή της πλάκας δώματος, μήκους 61,50 μ. από το κλιμακοστάσιο που ενώνει τον κεντρικό με το χώρο εισόδου μέχρι το περίκλειστο τμήμα του κεντρικού χώρου.
Ο συγκεκριμένος τοίχος έχει πάχος 0,50 μ. αφού αποτελεί στήριγμα για τον τριγωνισμό που έχει δημιουργηθεί με την εφαρμογή ενός κεκλιμένου τοίχου. Ο κεκλιμένος τοίχος ξεκινά από την πλάκα δώματος και καταλήγει πάνω ακριβώς από το ύψος των βυθιζόμενων  τοίχων.
Ο τριγωνισμός αυτός δημιουργείται ώστε η πλάκα δώματος να καλύψει το μισό του ανοίγματος του κήπου (3,40 μ.) και να προστατεύσει το βατό τμήμα του από καιρικά φαινόμενα, δημιουργώντας παράλληλα ένα ενδιαφέρον παιχνίδι σκίασης.


Ο χώρος του κεντρικού θεάτρου

Ο χώρος του κεντρικού θεάτρου εκτείνεται σε μήκος 62,90 μ. παράλληλα με τον κεντρικό κήπο και πλάτος 8,70 μ. από τον διαχωριστικό τοίχο μέχρι το υαλοπέτασμα της πρόσοψης. Αποτελεί τον κύριο χώρο εκθέσεων και παραστάσεων ενώ το κεντρικό αμφιθέατρο που δημιουργεί η κοιλότητα του χώρου εξυπηρετεί την παρακολούθηση παραστάσεων και την πραγματοποίηση διαδραστικών δραστηριοτήτων.


Σε απόσταση 11,50 μ. από την πλατφόρμα που συνδέει το χώρο εισόδου με τον κεντρικό και σε απόσταση 4,40 μ. από το διαχωριστικό τοίχο υπάρχει μικρό θέατρο διαστάσεων 5,35 μ. σε μήκος και 4,30 μ. σε πλάτος. Το θέατρο αυτό, όπως και της εισόδου, βυθίζεται 1,65 μ. με τρία πλατώματα ύψους 0,55 μ.

ΚΑΤΟΨΗ ΕΙΣΟΔΟΥ
Σε απόσταση 12,80 μ. από το μικρό θέατρο υπάρχει κόμβος. Σε αυτό το σημείο ο επισκέπτης είτε συνεχίζει την πορεία του στο διάδρομο μήκους 34,25 μ. πλάτους  2,40 μ. που οδηγεί στον περίκλειστο χώρο, ή κατεβαίνει τα σκαλοπάτια του κεντρικού θεάτρου για να βρεθεί στο πλάτωμα- σκηνή και στο επίπεδο των dark rooms.
Το κεντρικό θέατρο εκτείνεται κατά μήκος της πρόσοψης με διαστάσεις 33,20 x 6,20 μ. και βυθίζεται  στο -7,70 μ. από το 0,00. Οι κερκίδες του βρίσκονται εκατέρωθεν του πλατώματος- σκηνής. Κάθε κερκίδα αποτελείται από δύο τμήματα τεσσάρων σειρών, ενδιάμεσα στα οποία υπάρχει επίσης πλάτωμα μήκους 3,90 μ. σε ύψος -5,60 μ. από το 0,00.
Το πλάτωμα –  σκηνή ανάμεσα στις δύο κερκίδες έχει μήκος  13,70 μ. και αποτελεί επίσης κόμβο στην πορεία του επισκέπτη. Στο σημείο αυτό ο επισκέπτης μπορεί είτε να περάσει στον χώρο των dark rooms είτε να ανέβει τις απέναντι κερκίδες και να οδηγηθεί στον περίκλειστο χώρο, στο σημείο όπου καταλήγει και ο διάδρομος.
Στο βάθος του πλατώματος, στο σημείο της ένωσης με τα dark rooms υπάρχει βυθιζόμενος – αναδυώμενος τοίχος ο οποίος φράζει ή επιτρέπει την επαφή των δύο χώρων, ανάλογα με τις ανάγκες των δραστηριοτήτων του θεάτρου.


Ο περίκλειστος χώρος

Περνώντας τον χώρο του κεντρικού θεάτρου ο επισκέπτης φτάνει στον περίκλειστο χώρο που στόχο έχει να εξυπηρετήσει ανάγκες του μουσείου που απαιτούν χαμηλότερο φωτισμό. Πρόκειται για παραλληλόγραμμο χώρο εγκάρσιο στην πρόσοψη με μήκος 8,00 μ. και πλάτους 15,30 μ.

ΚΑΤΟΨΗ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
Δίπλα στον περίκλειστο χώρο σε συνέχεια του κεντρικού κήπου υπάρχει χώρος W.C. διαστάσεων 6,70 x 6,80 μ. Ενδιάμεσα στο χώρο του W.C. και του κήπου υπάρχει η βυθιζόμενη πλατφόρμα που ενώνει τον κεντρικό χώρο με το εξωτερικό περιβάλλον του μουσείου. Απέναντι από το χώρο των W.C. υπάρχει σε συνέχεια του κεντρικού τρίτος ακάλυπτος κήπος διαστάσεων 20,30 x 6,80 μ. που διαχωρίζεται από το περίκλειστο χώρο με υαλοπέτασμα.

ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ
Το «κλουβί»

Συνεχίζοντας την πορεία από τον περίκλειστο χώρο ο επισκέπτης εισέρχεται στο χώρο του «κλουβιού». Πρόκειται για διώροφη μεταλλική κατασκευή με υποστηλώματα τύπου διπλού «Τ» περικλεισμένη με πλέγμα. Ο χώρος του κλουβιού διαχωρίζεται από τον περίκλειστο και από τον χώρο των extreme sports με υαλοπετάσματα μήκους 4,10 μ. το καθένα. Το κλουβί έχει διαστάσεις 15,60 x 4,80 μ. και καθαρό ύψος ορόφου 8,40 μ.
Η οροφή του είναι βατή και υψώνεται +14,40 μ. από το 0,00 (9,15 από την επιφάνεια της οροφής). Το «κλουβί» λειτουργεί ως παρατηρητήριο για την ευρύτερη περιοχή του Ισθμού και  λόγο ύψους έρχεται σε άμεσο διάλογο με το σκέπαστρο στην είσοδο, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί ορόσημο που φανερώνει την ύπαρξη του μουσείου από τη νέα και την παλαιά εθνική οδό.
Ο όροφος του κλουβιού αποτελεί το μόνο βατό τμήμα της οροφής του μουσείου, είναι όμως αποκλεισμένος από αυτή με το πλέγμα επιτρέποντας την πρόσβαση μόνο από το εσωτερικό του μουσείου. Η ένωση των επιπέδων του κλουβιού με το εσωτερικό του μουσείου γίνεται με βυθιζόμενη πλατφόρμα διαστάσεων 2,20 x 2,20 μ.


Extreme sports

Προσπερνώντας το κλουβί ο επισκέπτης εισέρχεται σε ένα χώρο μετάβασης στον οποίο βρίσκει άλλον έναν κόμβο. Ο χώρος αυτός είναι παραλληλόγραμμος διαστάσεων 4,95 x 8,90 μ. περικλειόμενος από υαλοπετάσματα που τον διαχωρίζουν από τον κήπο, το κλουβί και το χώρο των extreme sports.
Στο σημείο αυτό ο επισκέπτης καλείται να επιλέξει αν θα ακολουθήσει το κλιμακοστάσιο που βρίσκεται πίσω από το κλουβί και οδηγεί στο μεγάλο θέατρο των dark rooms, αν θα συνεχίσει στο χώρο των extreme sports ή αν θα γυρίσει πίσω στον κεντρικό χώρο του μουσείου.

ΚΑΤΟΨΗ DARK ROOMS

Εισερχόμενος στην ενότητα των extreme sports ο επισκέπτης βρίσκεται σε χώρο υποδοχής και ενημέρωσης σχετικά με τις δραστηριότητες. Ο χώρος αυτός έχει διαστάσεις 9,30x 8,90 μ. Σε αυτόν καταλήγει η τρίτη πλατφόρμα που εισάγει το κοινό από το εξωτερικό περιβάλλον και βρίσκεται στην απόληξη του τρίτου κήπου. Η πλατφόρμα χωρίζεται από τον κήπο με τοίχο πάχους 0,30 μ. και πλάτους 7,10 μ.
Δίπλα από την πλατφόρμα υπάρχει κλιμακοστάσιο 9 σκαλοπατιών πατήματος 0,30 μ. και πλάτους 3,30 μ. και ανεβάζει τον επισκέπτη στον κύριο χώρο των extreme sports, σε ύψος -1,80 μ. από το 0,00. Το κλιμακοστάσιο χωρίζεται από τη ράμπα με τοίχο πάχους 0,50 μ. και πλάτους 3,30 μ.
Ο κεντρικός αυτός χώρος χωρίζεται από τον χώρο υποδοχής με τοίχο πάχους 0,50 μ. εγκάρσιο της πρόσοψης. Πέρα από το κλιμακοστάσιο, οι δύο χώροι ενώνονται στην πρόσοψη με μικρό θέατρο τριών επιπέδων μήκους 4,60 μ. πλάτους 5,60 μ. και ύψους 1,65 μ. (0,55 μ. κάθε επίπεδο).

ΤΟΜΗ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟΥ
Το μήκος του δωματίου είναι 19,30 μ. από τον διαχωριστικό τοίχο της πλατφόρμας και 15,50 μ. από τον διαχωριστικό τοίχο του χώρου υποδοχής, ενώ το πλάτος του είναι 16,00 μ. Στο δωμάτιο υπάρχει παραλληλόγραμμος ακάλυπτος χώρος περικλειόμενος με υαλοπέτασμα διαστάσεων 9,60 x 8,00 μ., o οποίος διοχετεύει φως στο χώρο και εξυπηρετεί εκπαιδευτικές ανάγκες των extreme sports. Στο επίπεδο του χώρου υποδοχής το καθαρό ύψος είναι 8,40 μ. ενώ στον κεντρικό χώρο των extreme sports το ύψος είναι 6,80 μ. από το δάπεδο ως την πλάκα δώματος.

Tα dark rooms

Εισερχόμενος ο επισκέπτης στα dark rooms από την κεντρική είσοδο καλείται να κατέβει κλιμακοστάσιο 44 σκαλοπατιών (με δύο πλατώματα), το οποίο καταλήγει στην πλατφόρμα που ενώνει και τα τρία επίπεδα. Δίπλα ακριβώς στην πλατφόρμα υπάρχει μικρό θέατρο τριών διαζωμάτων (0,55 μ. ύψος το καθένα), μήκους 5,35 μ. και συνολικού πλάτους από το διάδρομο  μέχρι το υαλοπέτασμα 6,50 μ.

ΤΟΜΗ ΕΙΣΟΔΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Συνεχίζοντας την πορεία του ο επισκέπτης βλέπει στα δεξιά τμήμα των βυθιζόμενων τοίχων που αποκλείουν τον κεντρικό κήπο από το κεντρικό θέατρο. Στα αριστερά και σε απόσταση 15,60 μ. ξεκινά κλιμακοστάσιο μορφής «Γ» 43 σκαλοπατιών το οποίο εισάγει τον επισκέπτη μέσα στο βράχο, τον κατεβάζει 15,40 μ. από το 0,00 και τον βγάζει σε στενό πλάτωμα 1,00 x 1,35 μ. στο όριο του πρανούς από όπου μπορεί να εποπτεύσει τη διέλευση στων πλοίων στον Ισθμό και να παρατηρήσει τη στρωματογραφεία του βράχου στην απέναντι παρειά.

ΤΟΜΗ DARK ROOM
Προσπερνώντας το κλιμακοστάσιο σε απόσταση 18,00 μ. από την αρχή του φτάνει σε κόμβο. Στο σημείο αυτό γίνεται η ένωση των dark rooms με τη σκηνή του κεντρικού θεάτρου και ο επισκέπτης καλείται να αποφασίσει αν θα συνεχίσει ή αν θα περάσει στον κεντρικό χώρο του μουσείου. Η ένωση των δύο χώρων μπορεί και πάλι να αποκοπεί με βυθιζόμενο τοίχο μήκους 13,70 μ. Στα δεξιά του διαδρόμου στο σημείο αυτό βρίσκεται και  ο δεύτερος βυθιζόμενος τοίχος που αποκόβει τον κεντρικό κήπο από τον κεντρικό χώρο.
Σε απόσταση 5,20 μ. από το διαχωριστικό τοίχο του κόμβου υπάρχει άλλο ένα κλιμακοστάσιο τύπου «Γ», αντιδιαμετρικό και με την ίδια χρηστικότητα με το πρώτο. Στη συνέχεια και σε απόσταση 10,70 μ. από την αρχή του δεύτερου κλιμακοστασίου η πορεία του επισκέπτη στα dark rooms καταλήγει στο μεγάλο θέατρο τεσσάρων διαζωμάτων (0,55 μ. ύψος το καθένα) με συνολικές διαστάσεις θεάτρου 8,80 x 8,40 μ.

ΤΟΜΗ ΚΛΟΥΒΙΟΥ

Ο διάδρομος των dark rooms καταλήγει στη σκηνή του θεάτρου αυτού και στην προέκτασή του υπάρχει κλιμακοστάσιο, το οποίο ενώνει τα διαζώματα και στη συνέχεια τον χώρο των dark rooms  με το επίπεδο του κεντρικού χώρου στον κόμβο του περίκλειστου χώρου δίπλα στο κλουβί.

Η οροφή
Η πλάκα της οροφής στηρίζεται  στη μεριά της πρόσοψης σε κολώνες τετράγωνης διατομής 0,50 x 0,50 μ. οι οποίες απέχουν 5,35 μ. η μια από την άλλη. Κάτω από την πλάκα και για τη στήριξή της τοποθετείται ξύλινη κατασκευή φατνωμάτων.
Τα φατνώματα αυτά είναι παραλληλόγραμμα διαστάσεων 1,90 x 1,10 x 0,50 μ. ενώ τα ξύλινα στοιχεία έχουν πάχος 0,10 μ. Ανάμεσα στα φατνώματα είναι τοποθετημένα φωτιστικά και μηχανήματα κλιματισμού και αερισμού.
Στην εγκατάσταση αυτή κρέμεται μεταλλική σχάρα ίδιου καννάβου με τα φατνώματα. Η μεταλλική σχάρα υποστηρίζει μεταλλικό πλέγμα, το οποίο έχει ως σκοπό να αποκρύψει όλους τους βοηθητικούς μηχανισμούς αερισμού και κλιματισμού, αλλά παράλληλα να επιτρέπει στον επισκέπτη να αντιληφθεί τα παιχνίδια φωτός και σκιάς που δημιουργούν τα φατνώματα και τα φωτιστικά.
Πάνω από το κλιμακοστάσιο που ενώνει την κεντρική είσοδο με τον κεντρικό χώρο, μεταξύ των δύο πλακών, υπάρχει κενό εγκάρσια στο κτίριο. Το κενό σκεπάζεται με υαλοπέτασμα και αποσκοπεί να αναδείξει και οπτικά (πέραν από την υψομετρική διαφορά) το διαχωρισμό των δύο χώρων του μουσείου.

ΤΟΜΗ DARK ROOM 2
Επιπλέον, πάνω από το διάδρομο μεταξύ κήπου και θεάτρου στον κεντρικό χώρο υπάρχει κενό σκεπασμένο με τζαμαρία το οποίο επιτρέπει και διοχετεύει στον κεντρικό χώρο και το θέατρο άμεσο φωτισμό.
Καθώς, όμως, ο χώρος λειτουργεί και για την προβολή εκθεμάτων, ο φωτισμός που εισέρχεται από το κενό αυτό περιορίζεται με τη χρήση κεκλιμένων περσίδων, τοποθετημένων εγκάρσια πάνω από το διάδρομο, μεταξύ τοίχου και φατνωμάτων.
Οι περσίδες αυτές πέραν του περιοριστικού τους ρόλου στον άμεσο φωτισμό δημιουργούν και ένα συνεχώς εναλλασσόμενο μοτίβο φωτός και σκιάς, ανάλογα με τη θέση του ήλιου, δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον παιχνίδι μεταξύ των δύο στοιχείων το οποίο αποτυπώνεται στον διαχωριστικό τοίχο και το δάπεδο του κεντρικού χώρου.

Ενεργειακός σχεδιασμός και φωτισμός
Εξελίσσοντας τη μελέτη έγινε η προσπάθεια να ενταχθούν στοιχεία οικολογικού σχεδιασμού, ώστε να δημιουργηθεί ένα κτίριο φιλικό περιβαλλοντικά και ενεργειακά όσο το δυνατόν αυτόνομο.
Όπως ήδη έχει αναφερθεί στο δώμα του εξωτερικού σκέπαστρου έχουν τοποθετηθεί φωτοβολταϊκά συνολικού εμβαδού 900 τ.μ., με στόχο να εξοικονομηθεί μεγάλο μέρος της ενέργειας που απαιτείται για τις ανάγκες του μουσείου.
Παράλληλα, με το σχεδιασμό ζώνης πρασίνου στον περιβάλλοντα χώρο και εσωτερικών κήπων εσωτερικά του μουσείου, δημιουργήθηκαν νησίδες πρασίνου οι οποίες φιλτράρουν τον αέρα από σκόνη και μειώνοντας τη θερμοκρασία κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι χώροι αυτοί απομονώνονται από τους εσωτερικούς του μουσείου όταν απαιτείται από τις καιρικές συνθήκες προστατεύοντας τους επισκέπτες.
Τέλος, τα dark rooms εξαιτίας του βάθους στο οποίο βρίσκονται κρατάνε σταθερή θερμοκρασία σύμφωνα με τις αρχές του ενεργειακού σχεδιασμού, επιτρέποντας στους υπόλοιπους χώρους του μουσείου να δέχονται ήπιες αλλαγές θερμοκρασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Όσον αφορά το φωτισμό στους χώρους του μουσείου, ήταν ένα ακόμα θέμα έντονου προβληματισμού κατά την διάρκεια του σχεδιασμού. Ήταν γνωστό από άλλες μουσειολογικές μελέτες πως τα εκθέματα και ειδικά φωτογραφίες και πίνακες πρέπει να προστατεύονται από τον άμεσο ηλιακό φωτισμό. Για το λόγο αυτό επιδιώχθηκε να φωτιστεί ο χώρος με έμμεσο φυσικό και τεχνητό φωτισμό.

RENDER ΕΙΣΟΔΟΥ

Μελετώντας την κίνηση του ήλιου πάνω από τον Ισθμό παρατηρήθηκε πως στο σημείο ενδιαφέροντος η παρειά φωτίζεται μόνο κατά τις πρώτες πρωινές ώρες κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Τοποθετώντας, επομένως, υαλοπέτασμα σε όλο το μήκος της πρόσοψης επιτυγχάνονται τα επιθυμητά επίπεδα φωτισμού κατά τη διάρκεια της ημέρας εκμεταλλεύοντας τον έμμεσο φυσικό φωτισμό και ελαχιστοποιώντας τον τεχνητό. Φως εισάγεται έμμεσα και από τους εσωτερικούς κήπους στο βάθος του κτιρίου το οποίο πάλι μπορεί να περιοριστεί χάρη στους βυθιζόμενους τοίχους.
Τέλος, στα σημεία που απαιτούνται μεγαλύτερα επίπεδα φωτισμού λόγο συγκέντρωσης επισκεπτών ή λόγο λειτουργειών, οι τρύπες της οροφής εισάγουν άμεσο φυσικό φωτισμό, ο οποίος περιορίζεται με τη χρήση σκιάστρων (περσίδες στον κεντρικό χώρο) και με τα φατνώματα που δίνουν επιπλέον πάχος στην πλάκα του δώματος.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟΣ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ

Η τρισδιάστατη απόδοση ήταν ο βασικός μας οδηγός. Μέσα από τα πειράματα που κάναμε στην τοποθέτηση χώρων και υλικών, δημιουργήσαμε πολλές οπτικές εικόνες, όπως μια εικονική πραγματικότητα. Με αυτόν τον τρόπο μας επέτρεψαν να διατηρήσουμε αυτό το χαρακτηριστικό του ενδιαφέροντός μας και αναπτύξαμε τις ιδέες μας για το σχήμα που θα είχε το μουσείο ταυτόχρονα με τις επιφάνειες. Όταν φτάσαμε στο τελικό στάδιο, είχαμε ήδη δημιουργήσει περισσότερες από 200 εικόνες renders, και με αυτόν τον τρόπο μας επέτρεψε να είμαστε "μέσα" στο κτίριο συνεχώς χωρίς να αφήνουμε οικοδομικά τετράγωνα και υλικά. Η έντονη επιθυμία μας να δημιουργήσουμε μια ρεαλιστική σύνθεση μας έχει οδηγήσει σε σχεδιαστικά και προοπτικά σχέδια και τμήματα, βασισμένα σε διαρκή τρισδιάστατη δημιουργία.


Ποιο είναι το αποτέλεσμα και ο σκοπός του επικαλυμμένου πλέγματος;

Ενώ οργανώσαμε τα σχέδιά μας, είχαμε προβλήματα με την τοποθέτηση των δομικών στοιχείων του κτιρίου και γενικότερα με τους χώρους που φιλοξενούσαν το μουσείο μας. 
Η λύση ήταν απλή, βασισμένη σε μια τεχνική που μάθαμε στα πρώτα χρόνια των σπουδών μας, βασικά να δημιουργήσουμε ένα πλέγμα που θα μας οδηγούσε στο πώς να περιγράψουμε τα τείχη και τα μονοπάτια στο αρχικό σχέδιο. Επομένως, αυτό το πλέγμα έχει καθορίσει τις αναλογίες μας και το έχουμε τοποθετήσει πάνω από τις περισσότερες εικόνες για να καθορίσουμε τις αναλογίες.


Τι καθορίζει τη γλώσσα εκπροσώπησης μέσω της οποίας διατυπώνετε το σχέδιό σας;

Η σύγχρονη τεχνολογία κατά την τελευταία δεκαετία, όπως η ψηφιακή μετάβαση, τα προγράμματα επεξεργασίας εικόνων και το γεγονός ότι τα περισσότερα αρχιτεκτονικά γραφεία παράγουν και προβάλλουν εικόνες υψηλού επιπέδου διαμορφώνουν τώρα μια παγκόσμια αρχιτεκτονική γλώσσα που απαιτεί νέα εργαλεία και νέα πλοήγηση και δεξιότητες παρουσίασης. Πιστεύουμε ότι μόνο τα ασπρόμαυρα σχέδια δεν έχουν σκοπό να κατανοήσουν πλήρως τις σκέψεις μας, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ιδέες μας μέσα από τις έντονες αντιθέσεις, τις έντονες προοπτικές των εκδοτών και τα σχέδια που φαινομενικά φαίνονται παλιά , θα οδηγήσει σε πλήρη κατανόηση όλων των σκέψεών μας.


Πόσο διαφορετικές προσεγγίσεις (Αξονομετρικές,render κολάζ) χρειάζονται για να αρθρώσουν και να διερευνήσουν διαφορετικές πτυχές του έργου;

Κάθε εργαλείο είναι ένας σημαντικός τρόπος για να απεικονίσουμε καλύτερα τις ιδέες μας. Ως εκ τούτου, σκοπεύαμε να δείξουμε διαφορετικές σκέψεις και νέες ιδέες χρησιμοποιώντας τα αξονομετρικά σχέδια, το κολάζ, τις άλλες λεπτομέρειες με τη διαδικασία rendering. Η έτοιμη προς χρήση εικόνα δεν αναλύεται πολύ από τους αρχιτέκτονες, επειδή απεικονίζεται ρεαλιστικά και ένας αξονομετρικός σχεδιασμός απαιτεί περαιτέρω ανάλυση καθώς και ένα κολάζ, οπότε μια παρουσίαση θα πρέπει να έχει σταδιακά ανερχόμενο ρυθμό στην παρουσίαση στην αρχή, και έναν σταδιακό φθίνοντα ρυθμό προς το τέλος. Έτσι, για κάποιον που ενδιαφέρεται για το σχέδιό μας, σκοπεύαμε να μην του δώσουμε πολλές "έτοιμες" πληροφορίες, αλλά να τον προκαλέσουμε για περαιτέρω έρευνα.



Πόσο σημαντικό είναι το ψηφιακό χαρτοφυλάκιο για τον σύγχρονο αρχιτέκτονα;

Όπως ανέφερα προηγουμένως, είναι γεγονός ότι μιλάμε για μια νέα παγκόσμια αρχιτεκτονική γλώσσα. Το διαδίκτυο έχει συμβάλει σημαντικά στη μετάδοση αυτού του παλμού, οπότε ένας νέος αρχιτέκτονας υποχρεούται σε ένα σημείο όχι μόνο να γνωρίσει ο ένας τον άλλο, αλλά ταυτόχρονα να αποτελέσει έμπνευση για τους άλλους. Κάθε δημιουργός έχει μια μοναδική προσέγγιση για την προβολή του έργου του στο κοινό και ένα ψηφιακό χαρτοφυλάκιο το καθιστά δυνατό.

Πώς και σε ποιο βαθμό η διαμεσολάβηση των εικόνων μέσω της ψηφιακής επίδρασης είναι ο τρόπος με τον οποίο τις συλλαμβάνουμε και σχεδιάζουμε;

Για πολλά χρόνια υπήρχαν μόνο σχέδια με το χέρι (τα οποία πρέπει να μελετηθούν από νέους αρχιτέκτονες) και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν και είναι καταπληκτικά εκπληκτικοί και έκαναν ιστορία. Από την άλλη πλευρά, τα ψηφιακά έργα είναι μια νέα πραγματικότητα. Πρόκειται για μια νέα επιστήμη που εξελίσσεται συνεχώς και αν και κρύβει δυσκολίες για εμάς είναι μια νέα γλώσσα που για πολλά χρόνια θα αποδείξει την αξία της, ώστε να χρειαστεί χρόνος και υπομονή για να εφαρμοστεί. Συμπερασματικά, είναι ένα εργαλείο για τους αρχιτέκτονες και σχεδιαστές που επηρεάζει θετικά τον τρόπο σκέψης τους και με τη χρήση του χεριού μπορεί να δημιουργήσει εκπληκτικά αποτελέσματα. 


Στοιχεία & Συντελεστές Διπλωματικής Εργασίας:
Τίτλος Εργασίας: Στο όριο – Μουσείο σύγχρονης ιστορίας του Ισθμού της Κορίνθου, Φοιτητική Ομάδα Μελέτης: Ελευθέριος Καρύδης – Άγγελος / Ευθύμιος Χατζάτογλου, Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Έβελυν Γαβρήλου, Σχολή: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών), Εξεταστική Περίοδος: Ιούνιος 2017

ΠΗΓΕΣ
koozarch.com
kataskevesktirion.gr
arch.uth.gr

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΡΟΔΙ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΛΑΩΝ


Περίαπτο από χρυσό σε σχήμα ροδιού. Μυκήνες, νεκροταφείο Καλκάνι. Θαλαμωτός τάφος 518 (15ος-14ος αι. π.Χ.). Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. ευρ. Π 6490.

Στο κείμενο που ακολουθεί η δρ Ελένη Κωνσταντινίδη-Συβρίδη, αρχαιολόγος στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και επιμελήτρια της Συλλογής Προϊστορικών, Αιγυπτιακών, Κυπριακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων του Μουσείου, παρουσιάζει ένα χρυσό ομοίωμα ροδιού από τις Μυκήνες. 
Στην Αίθουσα 4 των Μυκηναϊκών Αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (Προθήκη 31, αρ. ευρ. ΕΑΜ Π 6490), εκτίθεται ένα από τα ωραιότερα ομοιώματα ροδιού σε χρυσό, που προέρχεται από το νεκροταφείο στο Καλκάνι (Θαλαμωτός τάφος 518) των Μυκηνών. Αυτό το μικροσκοπικό περίαπτο των 2 εκ. που διακοσμείται με κοκκίδωση και φέρει κρίκο για την ανάρτησή του, συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία ένα εκλεκτό μέλος της μυκηναϊκής κοινωνίας. Από τον ίδιο τάφο άλλωστε, που χρονολογείται στη στροφή του 15ου προς τον 14ο αι. π.Χ., προέρχονται δεκάδες χάντρες από ημιπολύτιμους λίθους, μία αριστουργηματική ελεφάντινη πυξίδα (κοσμηματοθήκη) και το αρτιότερα σωζόμενο οδοντόφρακτο κράνος, με παραγναθίδες και λοφίο.

Περιδέραιο με χρυσά περίαπτα ρόδια, από τον Τάφο III του Ταφικού Κύκλου Α των Μυκηνών (16ος αι. π.Χ.). Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, αρ. ευρ. Π 27.

Αν και ο συσχετισμός του ροδιού με τη γονιμότητα αλλά και το θάνατο μέσα από την εικονογραφία μαρτυρείται από τον 11ο αι. π.Χ. στην Ανατολική Μεσόγειο, φαίνεται ότι ήδη κατά τη Μυκηναϊκή εποχή (16ος-12ος αι. π.Χ.), ο καρπός χρησιμοποιούνταν στο Αιγαίο πιθανότατα ως σύμβολο της μεταθανάτιας ζωής.  Αυτό μαρτυρούν τα δεκάδες σκεύη και κοσμήματα σε σχήμα ροδιού, από ύλες εξωτικές ή δυσεύρετες, όπως γυαλί, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, που έχουν αποκαλυφθεί ανάμεσα σε πολυτελή κτερίσματα πλούσιων ταφών της Πελοποννήσου και της Κρήτης. Εξάλλου, στο ναυάγιο του 14ου αι. π.Χ. από το Κας (Uluburun) της νοτιοδυτικής Τουρκίας, το οποίο μετέφερε πολύτιμες ύλες και εξωτικά προϊόντα, πιθανόν από τη Συρία προς το Αιγαίο, ανευρέθηκαν χιλιάδες σπόροι ροδιού στο εσωτερικό αγγείων αλλά και αποξηραμένα περιβλήματα καρπών.

Δεν μπορεί βεβαίως να υποστηριχθεί η επιβίωση του συμβολισμού του από μία τόσο μακρινή εποχή έως σήμερα. Εντούτοις, η σχετικά πρόσφατη αποκάλυψη στην ακρόπολη της Τίρυνθας μίας τοιχογραφίας του 14ου αι. π.Χ., με πομπή γυναικών που μεταφέρουν μικρά κορίτσια ή είδωλα με κλαδιά ροδιάς στα χέρια, υποδεικνύει ότι οι Μυκηναίοι προσέδιδαν στο ρόδι θρησκευτικές ή άλλες ιδιότητες, που ίσως να μην  απείχαν πολύ από τις σημερινές.

Και ποιος ξέρει, πιθανόν το μικροσκοπικό περίαπτο των Μυκηνών να μεταφέρει αδιάκοπα μέσα στους αιώνες την ευχή για μια νέα αρχή!

Symbolo di Fertilita (ΣΎΜΒΟΛΟ ΕΥΦΟΡΊΑΣ) γράφει η πινακίδα που συνοδεύει τον αρχαίο καρπό του Ροδιού,που βρέθηκε στην φαραωνική Αίγυπτο την περίοδο του Νέου Βασιλείου, ΧVIII-XX Δυναστεία, 1550-1070 π.χ. Αιγυπτιακό Μουσείο Τορίνο.
Πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια, την 3η χιλιετία προ Χριστού, η ροδιά είναι βέβαιο ότι φύεται στη Σαντορίνη. Στις ανασκαφές που έφεραν στο φως την προϊστορική πόλη στο Ακρωτήρι εντοπίζεται απανθρακωμένο ξύλο ροδιάς. Από τη Σαντορίνη είναι και τα δίχρωμα αγγεία του 17ου προ Χριστού αιώνα, που έχουν κεντρικό ζωγραφικό μοτίβο τους το ρόδι.

Στη Μινωική Κρήτη έχουν βρεθεί αγγεία που είχαν τελετουργική χρήση, όπως το αγγείο σε σχήμα ροδιού, του 17ου προ Χριστού αιώνα, (Μεσομινωική III περίοδος), που βρέθηκε στο ανάκτορο της Φαιστού και του αποδίδεται τελετουργική χρήση. Στο παλάτι της Κνωσού έχουν βρεθεί  οστέινα ομοιώματα άνθους ροδιού, που χρονολογούνται στην Υστερομινωική ΙΑ περίοδο, δηλαδή στον 16ο προ Χριστού αιώνα.

Και από τις τελετουργίες με τα ρόδια στα Μινωικά Ανάκτορα της Κρήτης, να πάμε στο Αιγαίο και στη Μήλο αυτή τη φορά του 17ου προ Χριστού αιώνα (στην πόλη της Φυλακωπής III ), απ’ όπου και έχουν έρθει στο φως ανασκαφικά, αγγεία με παραστάσεις ροδιού.

Ρόδια έχουν βρεθεί και στις Μυκήνες (Ταφικός Κύκλος Α, τάφος III, γυναικών, 16ος προ Χριστού αιώνας). Είναι ένα περιδέραιο με πολλά μικρά χρυσά ρόδια, σύμβολα της αφθονίας.

Απεικόνιση ροδιού σε μια πρόχου από την πόλη της Φυλακωπής III, στη Μήλο (1650-1450 προ Χριστού)
Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Ρόδια όμως έχουν βρεθεί και στην Ακρόπολη των Αθηνών, σύμβολα και εδώ ευκαρπίας, γονιμότητας και ευδαιμονίας. Τα ρόδια ήταν αναθήματα στην Αθηνά από τους Αθηναίους, ιδιαίτερα τον 6ο προ Χριστού αιώνα. Μια από τις Κόρες της Ακρόπολης (570 π.Χ.) κρατάει ρόδι στο αριστερό της χέρι και στο δεξί ένα στεφάνι.

Καρπός πολυσήμαντος, με μια μεγάλη διαδρομή στο χρόνο και με τους ανθρώπους να εναποθέτουν πάνω του ευχές, προσδοκίες και δοξασίες, που διασώζονται ακόμη και σήμερα.


Χρήσιμος καρπός για τους γιατρούς και την ιατρική της αρχαιότητας, ενώ και η σύγχρονη ιατρική επιβεβαιώνει τη χρησιμότητα του ροδιού και τις ευεργετικές του ιδιότητες. Αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος να πιστεύουν οι γιατροί της αρχαιότητας, ότι «το ρόδι είναι θαυματουργό».

Ορειχάλκινο ρόδι από την Ακρόπολη της Αθήνας, αφιέρωνα στην Αθηνά,
όπως συνήθιζαν στην αρχαιότητα οι Αθηναίοι/Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Και οι αλχημιστές δεν έμειναν αδιάφοροι για το ρόδι και τις δοξασίες που το ακολουθούν. Αυτοί λένε ότι το όνομα του ροδιού και της ροδιάς συνδέεται με τη λέξη «Ρόδος» και σημαίνει τη «ροή» και τη «δύναμη». Οι ίδιοι θεωρούν ότι ο κάλυκας-στέμμα στην κορυφή του καρπού του ροδιού είναι απεικόνιση του ήλιου και των ακτίνων του, ενώ τα κόκκινα σπόρια στο εσωτερικό του είναι τα διάπυρα σπλάχνα της γης. Άρα, το ρόδι-ροή-δύναμη είναι η αδιάκοπη ροή του σύμπαντος και η ζωή στη Γη, με τον ζωοδότη ήλιο.

Στην αρχαία Ελλάδα το ρόδι ήταν έμβλημα πολλών γυναικείων θεοτήτων και η χρήση του είχε θέση στη λατρεία του. Η Ήρα, η Αθηνά, η Αφροδίτη, η Δήμητρα και η Περσεφόνη είναι ορισμένες από τις θεότητες αυτές.


Στην εορτή των Θεσμοφορίων, προς τιμή της Δήμητρας, οι γυναίκες έτρωγαν σπόρους ροδιού για να έχουν ευημερία και γονιμότητα, ενώ η Ήρα, Θεά προστάτιδα του γάμου, έχει έμβλημά της το ρόδι, που κρατά στο χέρι της.

Στα Ελευσίνια Μυστήρια, απ’ όπου προσπαθούν να «αντιγράψουν» πράγματα οι Αλχημιστές και οι Illuminati, οι Ιεροφάντες (Ιερείς της Δήμητρας στην Ελευσίνα) ήταν στεφανωμένοι με κλαδιά ροδιάς στη διάρκεια των Μεγάλων Μυστηρίων. Ωστόσο, απαγορευόταν στους μύστες να τρώνε ρόδια, γιατί υπήρχε η δοξασία ότι το ρόδι, ως καρπός γονιμότητας είχε την ιδιότητα να κάνει την ψυχή να κατεβαίνει στη σάρκα.

Μέχρι και τον 8ο προ Χριστού αιώνα, εκτός των άλλων συμβολισμών του, το ρόδι ήταν και έμβλημα κύρους και η χρήση του ή η κατανάλωσή του επιτρεπόταν μόνο στους ισχυρούς. Από τον 8ο όμως αιώνα και μετά η χρήση του περνάει σιγά-σιγά και στα λαϊκά στρώματα, ενώ η παρουσία του στα ταφικά έθιμα γίνεται όλο και πιο έντονη.


Η σύγχρονη επιστήμη διαπιστώνει ότι το ρόδι είναι πλούσιο σε βιταμίνες A, C, και E, σε φυλλικό οξύ, σίδηρο και κάλιο. Διαπιστωμένες είναι και οι αντιοξειδωτικές του ουσίες (τανίνη, ελλαγικό οξύ και ανθοκυανίνη), με μεγάλη αντιοξειδωτική δράση.

Το «Χάσμα» στο Πλουτώνιο της Ελευσίνας, απ’ όπου πιστεύεται ότι ανεβοκατέβαινε στον Άδη η Περσεφόνη.Διακρίνεται ένα σπασμένο ρόδι, αφημένο εκεί, προφανώς από σημερινούς «μύστες», που τιμούν ακόμη την «Κόρη» και τα «Μυστήρια».

Οι ευεργετικές ιδιότητες του ροδιού εξυμνούνται σε πολλούς παπύρων των φαραωνικών χρόνων της Αιγύπτου, με ιατρικό, φαρμακευτικό ή και άλλο περιεχόμενο (δοξασίες καλοτυχίας και ευγονίας). Οι Αιγύπτιοι των φαραωνικών χρόνων φαίνεται να πιστεύουν ότι το ρόδι μπορεί να τους εξασφαλίσει ακόμη και την αιωνιότητα γι’ αυτό και συνοδεύει τους νεκρούς στους τάφους.


Καρπός ζωής, ζουμερός και νόστιμος στην πραγματικότητα, το ρόδι σκορπάει τους λαμπερούς κόκκινους σπόρους του στο κατώφλι της καινούριας χρονιάς, με την ελπίδα και την προσδοκία να είναι λαμπερή, «νόστιμη», ανέφελη και ευτυχισμένη.

Πηγή 
archaiologia.gr
zervonikolakis.lastros.net