Ο Ακροκόρινθος είναι βράχος ύψους 579 μέτρων που δεσπόζει στην πεδιάδα της Κορίνθου. Στους πρόποδές του ήταν χτισμένη η Αρχαία Κόρινθος. Ο βράχος, λόγω της μορφολογίας του, χρησιμοποιήθηκε από τα αρχαία χρόνια ως κάστρο (ακρόπολη) από το οποίο και εποπτευόταν κάθε τυχόν επιδρομή από την Στερεά Ελλάδα ή από τη θάλασσα. Στη γλώσσα των αγωνιστών του 1821 καλούνταν Ακρόκορθος και η Κόρινθος Κόρθος.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ
Ιστορία
Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ιδιοκτήτης της περιοχής ήταν ο θεός Ήλιος. Τα κτήματα κάτω από τον Ακροκόρινθο (όπου αργότερα κτίστηκε η Κόρινθος) τα παραχώρησε στον γιο του Αιήτη, αλλά τον Ακροκόρινθο που ήταν το προνομιούχο σημείο της περιοχής, 240 στρέμματα τον χάρισε στην θεά Αφροδίτη. Η Αφροδίτη δεν συγκινήθηκε καθόλου από αυτό το δώρο, αφού ήταν σαφώς καλύτερα στον Όλυμπο. Προς τιμήν της θεάς, έχτισε η Μήδεια ένα ναό στη κορυφή του Ακροκορίνθου. Ήταν ένα ταπεινό και λιτό κτίσμα αλλά η κατάσταση άλλαξε δραματικά όταν έφτασε εκεί το νερό. Αυτό ήταν κατόρθωμα του Σίσυφου, του παμπόνηρου βασιλιά της Κορίνθου, όταν μια φορά είδε τον Δία να απαγάγει την κόρη του Ασωπού. Είπε στον Ασωπό πού κρύβονταν, με αντάλλαγμα να λύσει το πρόβλημα λειψυδρίας στον λόφο. Έτσι ο Βράχος απέκτησε την πρώτη του κρήνη την Πειρήνη.
Ο Ακροκόρινθος οχυρώθηκε για πρώτη φορά από τον τύραννο Περίανδρο και τον πατέρα του τον Κύψελο τον 7ο-6ο αιώνα π.Χ. και σιγά-σιγά εξελίχθηκε σε Ακρόπολη. Οι Μακεδόνες τον 4ο αιώνα π.Χ. επισκεύασαν και ενίσχυσαν τα τείχη. Το 146 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Λεύκιος Μόμμιος Αχαϊκός κατέστρεψε την Κόρινθο και την ακρόπολή της, όταν κατέλαβε την Ελλάδα. Ο Ιούλιος Καίσαρας επισκεύασε το κάστρο το 44 π.Χ..
Μία ακόμα επισκευή γίνεται τον 6ο αιώνα επί βασιλείας Ιουστινιανού και κάποιες προσθήκες παρατηρούνται μέχρι και τον 12ο αιώνα.
Το 1210 το κάστρο καταλαμβάνεται από τους Φράγκους αφού προηγουμένως ο υπερασπιστής του Λέων Σγουρός αυτοκτόνησε πηδώντας έφιππος από τα τείχη. Οι Φράγκοι πραγματοποιούν πολλές επισκευές.
Στη συνέχεια ο Ακροκόρινθος αλλάζει χέρια. Παραχωρείται διαδοχικά στις ιταλικές οικογένειες Γκραβίνα και Ατσαγιόλι για να καταλήξει τελικά, το 1395, στον Θεόδωρο Παλαιολόγο, Δεσπότη του Μυστρά που κληρονόμησε το κάστρο από τον θανόντα πεθερό του Νέριο Α’ Ατσαγιόλι, Δούκα των Αθηνών. Ο Θεόδωρος το πούλησε για οικονομικούς λόγους στους Ιωαννίτες Ιππότες που το κρατούν μέχρι το 1404 και του το επιστρέφουν.
Το 1458 ο Μωάμεθ Β' ο Πορθητής κατέλαβε το κάστρο που το υπερασπιζόταν ο Βυζαντινός Ματθαίος Ασάν. Το 1687 το κάστρο περνά στα χέρια των Ενετών οι οποίοι το επισκευάζουν και του δίνουν τη σημερινή του μορφή. Λίγα χρόνια μετά, το 1715, οι Τούρκοι πολιορκούν τον Ακροκόρινθο και τον καταλαμβάνουν. Το κάστρο παρέμεινε σε αυτούς μέχρι το 1827 οπότε και παραδόθηκε στους Έλληνες.
Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Ο Ακροκόρινθος αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα σε έκταση κάστρα της Πελοποννήσου. Η περίμετρος των τειχών του φτάνει τα 3 χιλιόμετρα. Αν και η τελική μορφή του κάστρου οφείλεται σε ανακατασκευές και προσθήκες επί Τουρκοκρατίας, το μεγαλύτερο μέρος των εργασιών οχύρωσης πραγματοποιήθηκε στη μεσοβυζαντινή εποχή και πιο συγκεκριμένα κατά τον 12ο αιώνα.
Η βυζαντινή οχύρωση ακολούθησε την χάραξη των αρχαίων τειχών στο φρύδι του βράχου και ενσωμάτωσε τμήματά τους που είναι ορατά μέχρι σήμερα.
Στη δυτική πιο ευπρόσβλητη πλευρά του λόφου, από όπου γινόταν και η είσοδος στο κάστρο, προστέθηκε εξωτερικός περίβολος. Στο τμήμα αυτό του λόφου, ο εσωτερικός περίβολος διαμορφωνόταν σε ημικυκλικο σχήμα με δυο ισχυρούς προμαχώνες στα άκρα του, σύμφωνα με την αρχαία σχεδίαση, και ενδιάμεσα τους έξι πύργους, δυο μικρότερους και τέσσερις πιο ισχυρούς. Οι δυο κεντρικοί προστάτευαν την επιβλητική πύλη της εσωτερικής γραμμής. Ανεξάρτητοι ισχυροί πύργοι υπήρχαν και εντός του κάστρου, στη νοτιοδυτική και βορειοανατολική κορυφή του λόφου.
Φάσεις επισκευής και συμπλήρωσης των τειχών πραγματοποιήθηκαν και από τους Φράγκους κατακτητές μετά την κατάληψή της πόλης το 1210, όπως η ανακατασκευή εκ θεμελίων του πύργου της νοτιοδυτικής κορυφής. Στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα., θα πρέπει επίσης να αποδοθεί και η πρώτη φάση μιας ακόμη γραμμής οχύρωσης (α΄ γραμμή οχύρωσης) που προστέθηκε στην δυτική πλαγιά του λόφου. Με την νέα αυτή προσθήκη, ο εξωτερικός βυζαντινός περίβολος μετατράπηκε στην ενδιάμεση γραμμή οχύρωσης (β΄γραμμή οχύρωσης).
Κατά την μεταβυζαντινή εποχή, επί Τουρκοκρατίας, πραγματοποιήθηκαν επισκευές σε τμήματα του κάστρου, καθώς και μετασκευές με σκοπό τον εκσυγχρονισμό της οχύρωσης σύμφωνα με τη νέα πολεμική τεχνολογία των πυροβόλων όπλων. Οι επεμβάσεις αυτές διακρίνονται σε διάφορα σημεία του κάστρου, όπως στην ενίσχυση του πάχους της β΄ γραμμής οχύρωσης, στην προσθήκη κανονιοθυρίδων και τυφεκιοθηρίδων στα τείχη και στην διαμόρφωση των δωμάτων των πύργων σε πλατφόρμες πυροβολικού στον εσωτερικό περίβολο (γ΄ γραμμή οχύρωσης).
Κατά την α΄οθωμανική περίοδο (1458-1687) πήρε και την σημερινή του μορφή ο πύργος στη νοτιοδυτική κορυφή του λόφου, ο οποίος διαμορφώθηκε με την προσθήκη δυο περιβόλων σε ακρόπολη, ενώ στα χρόνια της ενετοκρατίας (1687-1715) αποδίδονται επεμβάσεις στις πύλες της α΄και β΄ γραμμής οχύρωσης, καθώς και η κατασκευή τάφρου και διατειχίσματος έξω από τα δυτικά τείχη.
Ο ΑΚΡΟΚΟΡΙΝΘΟΣ ΤΟ 1821
«Στόν ουρανόν ακούονταν τό θρήνος πού φωνάζαν,
οι Τούρκοι σάν τά πρόβατα 'πού τούς διαμοιράζαν,
άλλοι εις τήν Ανατολήν, καί άλλοι νά πάν' στή Δύσι,
καί έκλαιαν τά μάτια τους 'σάν η κατάκρυα βρύσι
καί από τά δάκρυα οπώχυναν εγίνονταν ποτάμια.
Έπρεπε νά τρέμη η γή, νά κλαίσι τά λιθάρια,
πώς αποκεφαλίζασι τά άξια παλληκάρια.»
Ο Μάρτης του 1821 βρίσκει τον κορινθιακό λαό χωρίς τους τοπικούς ηγέτες του κι αδυνατεί, ακέφαλος, να ακολουθήσει τον μεγάλο ξεσηκωμό. Ο τοπικός άρχοντας Σωτήρης Νοταράς και ο μητροπολίτης Κύριλλος, μαζί με τον Τούρκο μπέη της περιοχής, το συνετό πάμπλουτο Κιαμήλ, έχουν πάει απο τις αρχές του μήνα στη σύσκεψη προυχόντων του Μοριά στην Τρίπολη, ύστερα από την διαρροή της φήμης για επανάσταση των Ραγιάδων. Η οικογένεια του Κιαμήλ Μπέη έχει κλειστεί για ασφάλεια στον Ακροκόρινθο με αρκετή φρουρά και εφόδια με εγγυητή όμηρο το αρχοντόπουλο Αντρίκο Νοταρά. Το μούδιασμα του λαού και το κενό εξουσίας που παρουσιάστηκε στην Κορινθία, έρχεται, στις αρχές του Απρίλη του ΄21, να καλύψει με τη φλογερή του ορμή και με το επαναστατικό του πάθος ο Παπαφλέσσας.
Οι Κορίνθιοι τον ακολουθούν και ξεσηκώνονται. Οι Τούρκοι εγκαταλείπουν τα αρχοντικά και τις περιουσίες τους και βρίσκουν καταφύγιο μέσα στο Κάστρο, που το διοικεί η δυναμική μάνα του Κιαμήλ Νουρή Μπεγίνα.
Πρώτη Πολιορκία(Μη επιτυχημένη)
Οι εξεγερμένοι της Κορίνθου πολιορκούν στενά στον Ακροκόρινθο, πανηγυρίζοντας τη λευτεριά τους. Πρόκειται για την Πρώτη Πολιορκία του κάστρου από τις Ελληνικές δυνάμεις, η οποία όμως δεν είχε τελικά επιτυχία.
Στις 22 Απριλίου 1821, ο Τούρκος σερασκέρης Κεχαγιάμπεης έρχεται με 5.000 στρατό στη Βόχα και από το Λέχαιο στέλνει μήνυμα στους πολιορκημένους του Κάστρου να προσκυνήσουν και να διαλυθούν. Το άλλο πρωί, 23 του Απρίλη, ο Γιώργος Χελιώτης με εντολή του Παπαφλέσσα, προτού αποχωρήσει από την Κόρινθο, βάζει φωτιά στο περίλαμπρο παλάτι του Κιαμήλ- Μπέη και σε άλλα τουρκικά αρχοντικά. Έτσι ο Κεχαγιάμπεης μπαίνει στην Κόρινθο ανενόχλητος καίγοντας με τη σειρά του ελληνικά σπίτια και εκκλησίες. Την ίδια μέρα η Νουρή Μπεγίνα διατάζει, για αντίποινα, να γκρεμιστεί από τον Ακροκόρινθο ο Αντρίκος Νοταράς.
Δεύτερη Πολιορκία
Πέρασε ένας μήνας και στις αρχές του Μάη 1821 ξεκινάει η δεύτερη πολιορκία του Ακροκορίνθου. Επικεφαλής των πολιορκητών είναι ο Καλαβρυτινός Αναγνώστης Πετμεζάς και ο Υδραίος Κωστής Μεθενίτης. Τρία κανόνια, αγορασμένα με έρανο Υδραίων Φιλικών, υπό τον Υδραίο καπετάνιο Δημήτρη Κριεζή, μεταφέρθηκαν στο απέναντι μικρό καστράκι (Μοντ Εσκουβέ- Πεντεσκούφης) κι έκαναν αρκετή ζημιά στους έγκλειστους του Κάστρου. Η πολιορκία στένεψε πολύ, οπότε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να παραδοθούν, με συμφωνία που κανονίστηκε το πρωί της 14ης Ιανουαρίου του 1822.Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, πήρε ο Κολοκοτρώνης άνδρες από τα διάφορα στρατιωτικά σώματα και με τη συνοδεία του επισκόπου Δαμαλών Ιωνά, του Φωτάκου, του Πετμεζά και άλλων, έφτασε στη μεσημβρινή πύλη του Ακροκορίνθου. Εκεί τον υποδέχτηκαν οι Τούρκοι αγάδες με επικεφαλή το φρούραρχο Ασλάν- Μπέη, που του παρέδωσε τα κλειδιά του Κάστρου τονίζοντας τη φράση: «Χαλάλι σας! Χαλάλι σας!».
Ο Κολοκοτρώνης σταύρωσε τρεις φορές το πάνω μέρος της πύλης με την Ελληνική σημαία και βροντοφώναξε: «Εμπάτε, Έλληνες!».
Κατά τον ιστορικό της Κορινθίας, Λάμπη Αποστολίδη, αυτή ήταν μία από τις μεγάλες, τις βαθιά συγκινητικές στιγμές της ιστορίας του Γένους μας. Κι ενώ ο ηρωικός επίσκοπος Ιωνάς, καβάλα στο άλογο του, ύψωνε το σταυρό και ευλογούσε τα μπαρουτοκαπνισμένα παλικάρια κι οι βράχοι αντιλαλούσαν από ανάκατες ζητωκραυγές και ντουφεκιές, ο γέρος του Μοριά, σκαρφαλωμένος στο πιο ψηλό σημείο του Κάστρου, έστηνε την Ελληνική σημαία. Ήταν η γαλανόλευκη με το σταυρό, στο σχέδιο που μόλις πριν λίγες μέρες είχε εγκρίνει η Συνέλευση της Επιδαύρου και που για πρώτη φορά κυμάτιζε στον ελεύθερο Ελληνικό ουρανό.
Όμως, αφού σκόπιμα απομακρύνθηκε από την Κόρινθο ο Κολοκοτρώνης, η λαμπρή αυτή επιτυχία των Ελληνικών δυνάμεων αμαυρώθηκε στη συνέχεια από λαφυραγωγία και διαρπαγή του σημαντικού πλούτου που βρέθηκε στο Κάστρο (και που σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου ανήκε στον Ελληνικό δημόσιο, εφ όσον η παράδοση είχε γίνει με συνθήκη και όχι έφοδο). Το όργιο της λεηλασίας των λαφύρων ακολούθησε η καταρράκωση της συμφωνίας, που προέβλεπε την προστασία των Τούρκων και τη διεκπεραίωση τους σε Τουρκικά εδάφη. Από τους 600 που παραδόθηκαν, κανείς στο τέλος δεν επέζησε. Κατά τη μεταφορά τους ως τα πλοία που ήσαν στο Λουτράκι, υπέστησαν επιθέσεις από ομάδες ατάκτων, ληστεύθηκαν, γυναικόπαιδα αρπάχθηκαν και πολλοί άνδρες σφαγιάσθηκαν.
Οι εναπομείναντες μπαρκαρίστηκαν σε δυο καράβια που: «κατά δυστυχίαν, τρικυμίας επιπεσούσης, εις την θάλασσαν επνίγησαν άπαντες». Αυτά γράφει ο ιστορικός Φραντζής, όμως άλλοι αμφισβητούν το φυσικό φαινόμενο και αποδίδουν σε δόλο και σκοπιμότητα τον πνιγμό των άοπλων Τούρκων. Την ίδια περίοδο (στις 26 Ιανουαρίου 1822) η Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ορίζει την Κόρινθο πρωτεύουσα και έδρα της προσωρινής διοίκησης της Ελλάδας. Πρόκειται για μια εξέχουσα ιστορική τιμή, που αξιώθηκαν τούτα τα χώματα και που την κράτησαν ως τον Ιούλη του 1822, οπότε φάνηκε από τη Ρούμελη να κατεβαίνει η στρατιά του Δράμαλη.
Ο Πανουργιάς κυριεύει τον Ακροκόρινθον ( Η άλωση του Ακροκορίνθου). Peter Von Hess. |
Κατάληψη από το Δράμαλη
Η Κόρινθος εγκαταλείπεται στους εισβολείς, αλλά το εξωφρενικότερο είναι που εγκαταλείπεται απολέμητα ακόμα και το περιτείχιστο το κάστρο της.
Ο ανάξιος φρούραρχος Ιάκωβος Θεοδωρίδης, παρά το ηχηρό πρσωνύμιο που έφερε ως «Αχιλλέας», σαν είδε τη σκόνη που σήκωσαν τα λεφούσια του Τουρκικού στρατεύματος, δείλιασε, μάζεψε τους 150 άνδρες που είχε στις διαταγές του κι έφυγε από την Τενεατική πύλη (της Δραγονέρας). Προηγούμενα όμως σε συμφωνία μαζί του, ο άλλοτε υπηρέτης του Κιαμήλ, Δημήτρης Μπενάκης, ο υποφρούραρχος Διαμαντής Λάλακας και ο ηγούμενος της μονής Φανερωμένης, Παρθένιος Βλάχος, εκτελούν εν ψυχρώ τον Κιαμήλ- Μπέη στο δωμάτιο που τον κρατούσαν φυλακισμένο. Την άλλη μέρα, 7 Ιουλίου 1822, ο Δράμαλης ανεβαίνει με επισημότητα στο Ακροκόρινθο ως ελευθερωτής. Του επιφυλάσσουν θερμή υποδοχή η χήρα και η μητέρα του Καμήλ, ντυμένες με πολυτελέστατα πέπλα ανάμεσα σε πλούσια στολισμένες θεραπαινίδες και του αποκαλύπτουν ένα πηγάδι με κρυμμένα 40.000 πουγκιά γεμάτα χρυσά νομίσματα. Για να τιμήσει τη χήρα του Κιαμήλ- Μπέη, την πανέμορφη Γκιούλ- Χανούμ ο Δράμαλης, την παντρεύτηκε πάνω στον Ακροκόρινθο με ανατολίτικη μεγαλοπρέπεια. Και για ικανοποίηση του χθεσινού της πένθους, αντί άλλου μνημείου στη μνήμη του δολοφονημένου συζύγου της, διέταξε κι έχτισαν ζωντανούς στα τείχη, τους καλύτερους Έλληνες που έσερνε αιχμάλωτους μαζί του από τη Ρούμελη, ενώ κρέμασε κατωκέφαλα δύο σεβάσμιους ιερείς.
Η Μάχη της Κορίνθου 1822 |
Ο Πλαπούτας υπερασπίζεται τα Δερβένια και τον Ισθμόν. Peter Von Hess. |
Τρίτη Πολιορκία (Η ΤΕΛΙΚΗ)
Το Κάστρο μόνο παραμένει στη σκλαβιά με 415 ταμπουρωμένους Τουρκαλβανούς με αρχηγό τον Αλβανό Αβδουλάχ Μπέη. Έτσι στις αρχές του 1823 ξεκινάει για Τρίτη φόρα πολιορκία του Ακροκορίνθου απο τις Ελληνικές επαναστατικές δυνάμεις. Η Εθνική Συνέλευση του Άστρους διορίζει αρχηγό της πολιορκίας τον Κορίνθιο Ιωάννη Σωτ. Νοταρά. Τον Ιούνιο έρχεται συμπολεμιστής και πορθητής του Παλαμηδιού, Στάικος Σταϊκόπουλος, ενώ τον Οκτώβρη, για να πιεστούν ακόμα περισσότερο τα πράγματα, διορίζεται από το Εκτελεστικό και ο Γενναίος Κολοκοτρώνης.
Όταν πια κάθε ελπίδα διαφυγής ή σωτηρίας απο έξω για τους έγκλειστους είχε αποκλειστεί, ένας Τούρκος αξιωματούχος του Ακροκορίνθου, ο Χαλήλ Αγάς, συναντήθηκε με το Στάικο και υπέβαλε προτάσεις για την παράδοση του Κάστρου.
Ο κυριότερος λόγος ήταν να παραδοθούν στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, γιατί μόνο αυτόν θεωρούσαν «μπεσαλή», ικανό να κρατήσει το λόγο του και να μη σφαχτούν οι αιχμάλωτοι.Πραγματικά, η Ελληνική πλευρά στέλνει το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη μαζί με το Νικηταρά από το Εκτελεστικό και τους Νίκο Λουμάνη και Σωτηράκη Νοταρά από το Βουλευτικό, για να φροντίσουν τις λεπτομέρειες της παράδοσης.Μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις ο φρούραρχος Αβδουλάχ Μπέης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κατέληξαν σε συμφωνία.Η συνθήκη παράδοσης υπογράφτηκε στις 19 Οκτωβρίου 1823, αλλά οι Τουρκαλβανοί άφησαν το Κάστρο στις 26 Οκτωβρίου, γιατί στο μεταξύ έγινε απογραφή των πραγμάτων που θα περιέρχονταν στους Έλληνες.
Το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 1823, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, 300 Τουρκαλβανοί και 60 γυναίκες εγκατέλειπαν τον Ακροκόρινθο στα χέρια των Ελλήνων.Τους συνόδευαν ο Κολοκοτρώνης και ο Υψηλάντης μέχρι το Παλαιό Καλαμάκι, όπου και τους επιβίβασαν όλους σώους σε δύο πλοία Αυστριακά, και σε ένα τρίτο με Ιόνιο σημαία.
Με την αποχώρηση των Τούρκων άρχισε μεγάλο πανηγύρι πάνω στον Ακροκόρινθο. Έγινε αγιασμός και επίσημη δοξολογία από τους επισκόπους Κορίνθου Κύριλλο και Δαμαλών Ιωνά. Με την απόλυση, ο τριγύρω τόπος αντιλαλούσε από τις κανονιές του Κάστρου και τις ζητωκραυγές, καθώς οι μπαρουτοκαπνισμένοι Έλληνες φιλούσαν ο ένας τον άλλο με δάκρυα χαράς.
Στο μεταξύ οι ψησταριές με τα αρνιά έδιναν κι έπαιρναν. Φορτώματα κρασιού και ρετσινιού για το γλεντοκόπι και για το άναμμα της φωτιάς έφταναν κάθε λίγο από Σοφικίτες και Περαχωρίτες, καθώς Κορίνθιοι και Δερβενοχωρίτες χόρευαν και τραγουδούσαν με λαϊκά όργανα, απο το πρωί μέχρι το βράδυ.Κι όλες αυτές τις ώρες, ο Ακροκόρινθος αστραποβολούσε από τις θεόρατες φλόγες των ρετσινιών και τις μπαταριές των όπλων, που διαλαλούσαν το χαροποιό μήνυμα της νίκης και της ελευθερίας.Το πιο λαμπρό Κάστρο του Μοριά, το «Άστρον της Ελλάδος», ανάσαινε λεύτερο, υπερήφανο προπύργιο ελευθερίας και εθνικής υπερηφάνειας.
Η (Αρχαία) Κόρινθος πρώτη πρωτεύουσα της νεότερης Ελλάδας
Κατά την Α' Εθνική Συνέλευση, που έγινε στην Επίδαυρο από τις 20-12-1821 έως 25-1-1822 ορίστηκε η Κόρινθος (τότε υπήρχε μόνο η σημερινή Αρχαία Κόρινθος) Πρωτεύουσα και Έδρα της «Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος».
Τα γραφεία της «Προσωρινής Διοικήσεως» και η «Εθνική Βουλή» εγκαταστάθηκαν στο επιβλητικό Μέγαρο του Κορίνθιου Πρόκριτου και Γερουσιαστή Θεοχαράκη Ρέντη. Στο ίδιο Μέγαρο έγιναν οι εγκαταστάσεις του πρώτου Νομισματοκοπείου, που έκοψε και τα πρώτα μετάλλια του Αγώνα, καθώς και οι εγκαταστάσεις του πρώτου Εθνικού Τυπογραφείου, που εξετύπωσε το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδος , διάφορες προκηρύξεις προς τον Λαό και το Στρατό, τους Νόμους και την περίφημη Διακήρυξη της «Εθνικής Ανεξαρτησίας της Ελλάδος», που κοινοποιήθηκε στους προξένους των φιλικών δυνάμεων. Μπορεί να δεχθεί κανείς ότι ύστερα από τέσσερις αιώνες δουλείας, την πρώτη επίσημη εμφάνιση που έκανε το Ελληνικό Έθνος στην Κόρινθο, όπου σύμφωνα με τις αποφάσεις της "Α΄ Συνελεύσεως της Επιδαύρου" τέθηκαν οι βάσεις της οργάνωσης του νεοελληνικού Κράτους.
Τα πρώτα επίσημα έγγραφα της ''Εθνικής Βουλής'' και της ''Προσωρινής Διοικήσεως'' κοινοποιούνται από την Κόρινθο στις 27 και 28 Ιανουαρίου 1822 (με ημερομηνία 25-27 Ιανουαρίου 1822) και απευθύνονται προς την ''Υπέρτατη Διοίκησιν της Ελλάδος'', ενώ αφορούν σε έξοδο του εχθρικού στόλου.
Από τις πιο σημαντικές αποφάσεις της Κυβέρνησης της Κορίνθου, ήταν εκείνες που αναφέρονται στην ενίσχυση της Παιδείας, με τη φροντίδα για το Σχολείο της Δημητσάνας, η σύσταση της πρώτης Ιεράς Συνόδου, η σύναψη εσωτερικού αναγκαστικού δανείου και εξωτερικού δανείου (από την Ισπανία), η απονομή των πρώτων παρασήμων, η ίδρυση του πρώτου Κρατικού Νοσοκομείου στην Κόρινθο, η επίσημη καθιέρωση της Εθνικής σημαίας ''ξηράς και θαλάσσης", η σύσταση του πρώτου Νομισματοκοπείου κτλ.
Ο ναός του Απόλλωνα στην αρχαία Κόρινθο.1830 |
Στην Κόρινθο ψηφίστηκαν και ο οργανισμός των Ελληνικών Επαρχιών (περί επάρχων, αντεπάρχων, κοινοτήτων και δικαστηρίων), η οργάνωση των πρώτων Δικαστηρίων (πολιτικών και ποινικών), καθιερώθηκε η γενική στρατολογία και η αμοιβή των στρατιωτών (ένα στρέμμα γης για κάθε μήνα υπηρεσίας) κ.ά.π.
Από τις σπουδαιότερες αποφάσεις που πάρθηκαν στην Κόρινθο (πάντα εννοούμε τη σημερινή Αρχαία Κόρινθο, δεδομένου ότι η σημερινή πόλη της Κορίνθου δεν υπήρχε καν), μπορεί να θεωρηθούν η σύσταση και η οργάνωση Τακτικού Στρατού (με το Νόμο αριθ. 8/1-4-1822) και η συγκρότηση του Τάγματος Φιλελλήνων (με το Νόμο αριθ. 11/23-4-1822) που είχαν εξαιρετικά ευμενή απήχηση στο εξωτερικό.
Γενικά μπορεί να θεωρηθούν πολύ αξιόλογα τα επιτεύγματα της Προσωρινής Διοίκησης. Με όλα τα λάθη που σημειώθηκαν, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι καταβλήθηκε στην Κόρινθο μια θαυμαστή όσο και πολύπλευρη προσπάθεια, για την οργάνωση του Κράτους. Δίκαιο είναι να τονισθεί ότι στην Κόρινθο θεμελιώθηκε η Διοίκηση του Ελληνικού Έθνους.
Η Κόρινθος παρέμεινε πρωτεύουσα του νεοελληνικού Κράτους και έδρα της ''Προσωρινής Διοικήσεως'' και της ''Εθνικής Βουλής'' ως τα τέλη του Μάη του 1822.Απο εκεί μετεφέρθη στο Άργος εξ'αιτίας της διχόνοιας ολιγαρχικών και στρατιωτικών και γιατί έφταναν οι πληροφορίες για την προετοιμασία ισχυρού εκστρατευτικού σώματος των Τούρκων, που θα κατέβαινε, υπό το στρατηγό Δράμαλη, προς την Πελοπόννησο.
Γραμματόσημο αξίας πενήντα λεπτών της δραχμής του 1971 για την επέτειο των 150 χρόνων από την εθνική επανάσταση του 1821.
Απεικονίζεται σκηνή από την Μάχη της Κορίνθου 1822
ΠΗΓΕΣ
Βίντεο από το Youtube του χρήστη P3P
dim-a-korinth.kor.sch.gr
averoph.wordpress.com