ΔΕΙΤΕ ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΒΙΝΤΕΟ ΣΕ 3D ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ
Το Αρχαίο θέατρο των Συρακουσών ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά θέατρα της αρχαιότητας. Συγκεκριμένα ήταν το τρίτο σε μέγεθος μετά από της Μιλήτου και της Μεγαλόπολης.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ Σχολιασμοί στην ιταλική γλώσσα
Κτίσθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ., επί βασιλείας Ιέρωνος του Α΄, (478 - 466 π.Χ.), από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Δημοκόπο τον Μύριλλο, με λάξευση της νότιας πλευράς του Τεμενίτη λόφου που βρίσκεται βόρεια του μυχού του λιμένα των Συρακουσών. Σημειώνεται ότι στη θέση του υπήρχε από το 550 π.Χ. παλαιότερο πρόχειρο θέατρο που αντικαταστάθηκε από το νέο αυτό του Δημοκόπου. Η αρχική λάξευση του βράχου είχε τραπεζοειδές σχήμα. Στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ. επί άρχοντος Τιμολέοντος διασκευάστηκε και απέκτησε το τελικό ημικυκλικό σχήμα, όπως διασώζεται σήμερα. Η διάμετρός του είναι 150 μ. επί του οποίου και ξεχωρίζουν 59 καλώς διατηρημένες σειρές εδωλίων από τις οποίες οι 11 χαμηλότερες καλύπτονταν παλαιότερα από μάρμαρο. Το όλο κοίλο του θεάτρου χωρίζονταν σε εννέα κερκίδες, που κάθε μία έφερε ιδιαίτερη ονομασία. Πέντε ονομασίες εξ αυτών έχουν διασωθεί, χαραγμένες σε βράχο, που είναι: Ζευς, Ηρακλής, Ιέρων Β΄, Φιλιστίς, και Νηρίς.
Το θέατρο αυτό υπολογίσθηκε πως είχε χωρητικότητα 10.000 καθήμενων θεατών ή 24.000 όρθιων. Περί το μέσον έφερε ευρύ διάζωμα που χώριζε αυτό στο κατώτερο και ανώτερο τμήμα. Πίσω από το ανώτερο τμήμα του θεάτρου υφίσταται βραχώδες συνεχές παραπέτασμα που φέρει ίχνη επιστεγάσματος. Προς δε το μέρος της σκηνής που ελάχιστα σώζεται υπάρχουν ίχνη θεμελίων κτιρίων, που μαρτυρούν ότι όλη η σκηνή πρέπει να ήταν ξύλινη. Είχε άριστη ακουστική και γενικά θεωρούνταν αριστούργημα αρχιτεκτονικής σε όλη την ευρύτερη περιοχή στην εποχή του. Λειτούργησε ακατάπαυστα επί μία χιλιετία. Το θέατρο αυτό ήταν επίσης περίφημο και για τη θέα που παρείχε πάνω από την πόλη, τον λιμένα, το Ιόνιο, καθώς και για την υπέροχη δύση του Ηλίου.
Με θέα στο βάθος όλο τον όρμο.
Στην αρχαιότητα στο θέατρο αυτό ανεβάστηκαν για πρώτη φορά πολλά έργα των μεγαλυτέρων δραματικών συγγραφέων της εποχής όπως των Επίχαρμου, Ευριπίδη, Αισχύλου κ.ά.. Μεγάλη ακμή όμως παρουσίασε και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Μάλιστα ο Κικέρων το αποκαλούσε «Maximum». Αργότερα στους βυζαντινούς χρόνους εγκαταλείφθηκε, καταχώθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο.
Το θέατρο αναστηλωμένο με λυόμενη ξυλοκατασκευή για σύγχρονη χρήση.
Η πρώτη σύγχρονη παράσταση αρχαίου ελληνικού δράματος έγινε το 1914 με πρωτοβουλία του Συρακούσιου ευγενή Μάριου Θωμά Γκαργκάλο, ο οποίος ίδρυσε ειδική υπό την προεδρία του επιτροπή στην οποία συμμετείχε και ο ελληνιστής φιλόλογος καθηγητής και μεταφραστής Έκτορας Ρομανιόλι (Ettore Romagnioli). Στις 16 Απριλίου του έτους εκείνου (1914), ανεβάστηκε το έργο «Αγαμέμνων» του Αισχύλου. Ακολούθησε μια επταετή διακοπή λόγω του Μεγάλου πολέμου, όπου και επαναλήφθηκαν το 1921 όταν ανεβάστηκαν οι «Χοηφόροι» του Αισχύλου, το 1922 οι «Βάκχαι» του Ευριπίδη και ο «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή, και το 1924 οι «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου και η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Οι τελευταίες μάλιστα παραστάσεις είχαν τόση μεγάλη επιτυχία που προσείλκυαν στις Συρακούσες πλήθος Ιταλών και άλλων Ευρωπαίων, και όχι μόνο, περιηγητών και διανοουμένων που κέντρισε το ενδιαφέρον του Βασιλέως της Ιταλίας και της ιταλικής κυβέρνησης όπου και ιδρύθηκε το Εθνικό Ινστιτούτο Αρχαίου Δράματος, (INDA), το οποίο και ανέλαβε από τότε όλες τις παραστάσεις με φεστιβαλικό χαρακτήρα.
ΟΙ ΣΥΡΑΚΟΥΣΕΣ, Συρακοῦσαι αρχαϊστί...
Οι Συρακούσες εθεωρούντο μια από τις ακμαιότερες, πλουσιότερες και δυνατότερες ελληνικές πόλεις της Σικελίας. Περιτριγυρισμένες από ισχυρότατα τείχη που είχαν μήκος 28 χλμ., οι Συρακούσες στολίζονταν από θαυμάσια ανάκτορα, όπως αυτό του Ιέρωνα, περίφημους ναούς της Αρτέμιδας και της Αθηνάς από την κρήνη Αρέθουσα και το περίφημο θέατρο των Συρακουσών, αριστούργημα αρχιτεκτονικής και ακουστικής. "Ωραιοτάτην και καταστόλιστον πόλιν" την αποκάλεσε ο Κικέρωνας, ενώ τα νομίσματά της, που σώθηκαν, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα.
Στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ακμής των Συρακουσών, η πόλη ταράχτηκε από σφοδρές διαμάχες ανάμεσα στους ευγενείς και τους υποδουλωμένους ντόπιους. Γύρω στο τέλος του 6ου π.Χ. αιώνα οι κάτοικοι κατόρθωσαν να διώξουν τους ευγενείς και εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, ο τύραννος της Γέλας Γέλων πήρε στα χέρια του την εξουσία.
Η Γέλα είχε φτάσει σε τόσο μεγάλη ακμή στον 4ο π.Χ. αιώνα και τόσο μεγάλη δύναμη είχε αποκτήσει ώστε κατόρθωσε να διώξει τους Καρχηδονίους που είχαν εκστρατεύσει εναντίον της. Ακόμη αντιστάθηκε και στους Αθηναίους, που με αρχηγό τον Αλκιβιάδη είχαν φθάσει στη Σικελία με σκοπό να καταλάβουν τις Συρακούσες. Στα 468 π.Χ. ο Θρασύβουλος κατέλυσε την τυραννίδα και ανακήρυξε δημοκρατία που κράτησε 61 χρόνια.
Κατά την δεύτερη επιδρομή των Καρχηδόνιων στα χρόνια του Διονύσιου του Πρεσβύτερου (405-367 π.Χ.) απέτυχε καθώς και η τρίτη στα χρόνια του τύραννου Ικέτα (289-278 π.Χ.), οπότε οι Συρακούσες σώθηκαν με τη βοήθεια του Πύρρου. Στα 212 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και λεηλατήθηκε. Τότε σκοτώθηκε και ο Αρχιμήδης, ο μεγαλύτερος μαθηματικός της αρχαιότητας. Οι Συρακούσες πέρασαν από τα χέρια των Βανδάλων, των Οστρογότθων, των Βυζαντινών και των Νορμανδών διαδοχικά.
Οι Συρακούσες ιδρύθηκαν από Κορίνθιους κατά το δεύτερο μισό του 8ου αι. π.Χ. στη Σικελία, σε τοποθεσία που ευνόησε την προστασία και την ανάπτυξη της πόλης. Στο σημείο όπου δημιουργήθηκε η πόλη, ένας βαθύς κόλπος κλεινόταν εν μέρει από μια νησίδα, την Ορτυγία. Η πρώτη εγκατάσταση των αποίκων έγινε στην Ορτυγία, στην οποία υπήρχε γηγενής πληθυσμός Σικελών. Μέχρι τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. φαίνεται ότι η νησίδα αποτέλεσε το κέντρο της αποικίας, η οποία όμως σταδιακά επεκτάθηκε και στην απέναντι ακτή, σε μια φυσικά οχυρωμένη τοποθεσία.
Η αρχαιολογική εικόνα που παρουσιάζουν τα ανασκαφικά ευρήματα δείχνει βαθμιαία αλλά σταθερή άνοδο του βιοτικού επιπέδου κατά τον 7ο και 6ο αι. π.Χ. Μέχρι τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. η διακυβέρνηση βρισκόταν στα χέρια των αριστοκρατών γαιοκτημόνων, των γαμόρων.
Η ιστορία.
Οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. μεταξύ των ελληνικών πόλεων της Σικελίας, οι κοινωνικοί αγώνες μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών μέσα στις ίδιες τις πόλεις και η επεκτατική πολιτική των Καρχηδονίων ήταν οι παράγοντες που προσδιόρισαν την τύχη των Συρακουσών2.
Συγκεκριμένα, ο Γέλων, τύραννος στην πύλη Γέλα της Σικελίας, κυριάρχησε στις Συρακούσες (481 π.Χ.) καταλύοντας την εξουσία των γαμόρων.
Έτσι δημιουργήθηκε ένα ισχυρό κράτος στη Σικελία με κέντρα τις Συρακούσες, όπου εξουσίαζε ο Γέλων, και τη Γέλα, όπου κυβερνούσε ο αδελφός του Ιέρων. Ο Γέλων ήρθε σε συνεννόηση με τον πεθερό του Θήρωνα, τύραννο του Ακράγαντα, με σκοπό να εκδιώξει τους τυράννους από τις μικρότερες ελληνικές πόλεις και να επιβληθεί στις περιοχές τους. Ο Τήριλλος, τύραννος της Ιμέρας, που εκδιώχθηκε από το Γέλωνα ζήτησε τη μεσολάβηση των Καρχηδονίων. Η σύγκρουση με τους Καρχηδόνιους, όπως είναι γνωστό, έγινε στην Ιμέρα το 480 π.Χ. και κατέληξε σε νίκη των Ελλήνων. Η νίκη αυτή ανέκοψε για εβδομήντα περίπου χρόνια την οποιαδήποτε προσπάθεια των Καρχηδονίων να επιβληθούν στο νησί· συνέβαλε, από την άλλη πλευρά, όμως στη διατήρηση των τυραννικών καθεστώτων.
Η περίφημη Σικελική εκστρατεία (415-413 π.Χ.), που κατέληξε στην
καταστροφή του αθηναϊκού στόλου στις Συρακούσες, αποδεικνύει τις αντοχές του Ελληνισμού της Δύσης. Η ενεργός όμως συμμετοχή των Συρακούσιων στην τρίτη φάση του Πελοποννησιακού πολέμου ως συμμάχων των Σπαρτιατών, τους εξάντλησε και συνετέλεσε στην καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του στόλου τους.
Έτσι, στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. επανέκαμψαν οι Καρχηδόνιοι καταστρέφοντας ελληνικές πόλεις. Τις επεκτατικές τους διαθέσεις ανέκοψε τότε ένας νέος ηγεμόνας, ο Διονύσιος, ο οποίος από απλός αξιωματικός του στρατού έγινε τύραννος στις Συρακούσες και κυβέρνησε περίπου σαράντα χρόνια (405-367 π.Χ.). Με την πολιτική του περιόρισε τους Καρχηδόνιους στις δυτικές ακτές του νησιού και παράλληλα επέκτεινε το κράτος του στην Κάτω Ιταλία και στις ακτές της Αδριατικής ιδρύοντας αποικίες.
Το κράτος εξασθένησε όταν την εξουσία ανέλαβε ο γιος του Διονύσιος Β', ο οποίος κυβέρνησε τυραννικά και ασύνετα, παρότι έτυχε να έχει ως συμβούλους το θείο του Δίωνα, φίλο του Πλάτωνα, αλλά και τον ίδιο το φιλόσοφο. Στις Συρακούσες, καθώς φαίνεται, ο Πλάτωνας θέλησε να εφαρμόσει τις ιδέες του για την ιδανική πολιτεία. Η σκληρή πολιτική του Διονυσίου Β' όμως διευκόλυνε την καρχηδονιακή επεκτατικότητα και επέσπευσε την πτώση του ίδιου.
Οι Συρακούσες, αλλά και γενικότερα ο Ελληνισμός της Σικελίας, σώθηκαν από την επέμβαση του στρατηγού Τιμολέοντα (344 π.Χ.), που είχε σταλεί σε βοήθεια από την Κόρινθο.
Οι νικηφόροι αγώνες του Τιμολέοντα, ωστόσο, δεν είχαν μακροχρόνια αποτελέσματα.
Η τελευταία αξιόλογη μορφή της ιστορίας των Συρακουσών ήταν ο Αγαθοκλής.
Στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. κατόρθωσε να καταλάβει την εξουσία, ενώ οι ελληνικές πόλεις της Σικελίας σπαράσσονταν από κοινωνικές ταραχές και συγκρούσεις. Στηρίχτηκε στους φτωχούς πολίτες, ανόρθωσε την οικονομία της πύλης, επέκτεινε την κυριαρχία του στη Σικελία και σε μερικές πόλεις της Κάτω Ιταλίας. Παράλληλα, αντιμετώπισε νικηφόρα τους Καρχηδόνιους και πήρε τον τίτλο του βασιλιά, όπως συνέβη με τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου. Στόχος του ήταν να ενώσει τον Ελληνισμό της Δύσης· δεν το κατόρθωσε όμως λόγω του αιφνίδιου θανάτου του (289 π.Χ.). Έκτοτε άρχισε η προοδευτική παρακμή του Ελληνισμού της Δύσης.
ΠΗΓΗ
"Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ. ΙΒ΄, σελ.612.
Το Αρχαίο θέατρο των Συρακουσών ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά θέατρα της αρχαιότητας. Συγκεκριμένα ήταν το τρίτο σε μέγεθος μετά από της Μιλήτου και της Μεγαλόπολης.
Κτίσθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ., επί βασιλείας Ιέρωνος του Α΄, (478 - 466 π.Χ.), από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Δημοκόπο τον Μύριλλο, με λάξευση της νότιας πλευράς του Τεμενίτη λόφου που βρίσκεται βόρεια του μυχού του λιμένα των Συρακουσών. Σημειώνεται ότι στη θέση του υπήρχε από το 550 π.Χ. παλαιότερο πρόχειρο θέατρο που αντικαταστάθηκε από το νέο αυτό του Δημοκόπου. Η αρχική λάξευση του βράχου είχε τραπεζοειδές σχήμα. Στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ. επί άρχοντος Τιμολέοντος διασκευάστηκε και απέκτησε το τελικό ημικυκλικό σχήμα, όπως διασώζεται σήμερα. Η διάμετρός του είναι 150 μ. επί του οποίου και ξεχωρίζουν 59 καλώς διατηρημένες σειρές εδωλίων από τις οποίες οι 11 χαμηλότερες καλύπτονταν παλαιότερα από μάρμαρο. Το όλο κοίλο του θεάτρου χωρίζονταν σε εννέα κερκίδες, που κάθε μία έφερε ιδιαίτερη ονομασία. Πέντε ονομασίες εξ αυτών έχουν διασωθεί, χαραγμένες σε βράχο, που είναι: Ζευς, Ηρακλής, Ιέρων Β΄, Φιλιστίς, και Νηρίς.
Κάτοψη του Αρχαίου Θεάτρου των Συρακουσών.1830 |
Με θέα στο βάθος όλο τον όρμο.
Στην αρχαιότητα στο θέατρο αυτό ανεβάστηκαν για πρώτη φορά πολλά έργα των μεγαλυτέρων δραματικών συγγραφέων της εποχής όπως των Επίχαρμου, Ευριπίδη, Αισχύλου κ.ά.. Μεγάλη ακμή όμως παρουσίασε και κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους. Μάλιστα ο Κικέρων το αποκαλούσε «Maximum». Αργότερα στους βυζαντινούς χρόνους εγκαταλείφθηκε, καταχώθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο.
Το θέατρο αναστηλωμένο με λυόμενη ξυλοκατασκευή για σύγχρονη χρήση.
Η πρώτη σύγχρονη παράσταση αρχαίου ελληνικού δράματος έγινε το 1914 με πρωτοβουλία του Συρακούσιου ευγενή Μάριου Θωμά Γκαργκάλο, ο οποίος ίδρυσε ειδική υπό την προεδρία του επιτροπή στην οποία συμμετείχε και ο ελληνιστής φιλόλογος καθηγητής και μεταφραστής Έκτορας Ρομανιόλι (Ettore Romagnioli). Στις 16 Απριλίου του έτους εκείνου (1914), ανεβάστηκε το έργο «Αγαμέμνων» του Αισχύλου. Ακολούθησε μια επταετή διακοπή λόγω του Μεγάλου πολέμου, όπου και επαναλήφθηκαν το 1921 όταν ανεβάστηκαν οι «Χοηφόροι» του Αισχύλου, το 1922 οι «Βάκχαι» του Ευριπίδη και ο «Οιδίπους τύραννος» του Σοφοκλή, και το 1924 οι «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου και η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Οι τελευταίες μάλιστα παραστάσεις είχαν τόση μεγάλη επιτυχία που προσείλκυαν στις Συρακούσες πλήθος Ιταλών και άλλων Ευρωπαίων, και όχι μόνο, περιηγητών και διανοουμένων που κέντρισε το ενδιαφέρον του Βασιλέως της Ιταλίας και της ιταλικής κυβέρνησης όπου και ιδρύθηκε το Εθνικό Ινστιτούτο Αρχαίου Δράματος, (INDA), το οποίο και ανέλαβε από τότε όλες τις παραστάσεις με φεστιβαλικό χαρακτήρα.
Αναπαράσταση του αρχαίου Θεάτρου των Συρακουσών.1807 |
Άποψη του αρχαίου θεάτρου των Συρακουσών, πριν από την ανασκαφή του.1786 |
Οι Συρακούσες εθεωρούντο μια από τις ακμαιότερες, πλουσιότερες και δυνατότερες ελληνικές πόλεις της Σικελίας. Περιτριγυρισμένες από ισχυρότατα τείχη που είχαν μήκος 28 χλμ., οι Συρακούσες στολίζονταν από θαυμάσια ανάκτορα, όπως αυτό του Ιέρωνα, περίφημους ναούς της Αρτέμιδας και της Αθηνάς από την κρήνη Αρέθουσα και το περίφημο θέατρο των Συρακουσών, αριστούργημα αρχιτεκτονικής και ακουστικής. "Ωραιοτάτην και καταστόλιστον πόλιν" την αποκάλεσε ο Κικέρωνας, ενώ τα νομίσματά της, που σώθηκαν, είναι αληθινά καλλιτεχνήματα.
Στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ακμής των Συρακουσών, η πόλη ταράχτηκε από σφοδρές διαμάχες ανάμεσα στους ευγενείς και τους υποδουλωμένους ντόπιους. Γύρω στο τέλος του 6ου π.Χ. αιώνα οι κάτοικοι κατόρθωσαν να διώξουν τους ευγενείς και εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, ο τύραννος της Γέλας Γέλων πήρε στα χέρια του την εξουσία.
Άποψη του Αρχαίου Θεάτρου των Συρακουσών.1807 |
Η Γέλα είχε φτάσει σε τόσο μεγάλη ακμή στον 4ο π.Χ. αιώνα και τόσο μεγάλη δύναμη είχε αποκτήσει ώστε κατόρθωσε να διώξει τους Καρχηδονίους που είχαν εκστρατεύσει εναντίον της. Ακόμη αντιστάθηκε και στους Αθηναίους, που με αρχηγό τον Αλκιβιάδη είχαν φθάσει στη Σικελία με σκοπό να καταλάβουν τις Συρακούσες. Στα 468 π.Χ. ο Θρασύβουλος κατέλυσε την τυραννίδα και ανακήρυξε δημοκρατία που κράτησε 61 χρόνια.
Κατά την δεύτερη επιδρομή των Καρχηδόνιων στα χρόνια του Διονύσιου του Πρεσβύτερου (405-367 π.Χ.) απέτυχε καθώς και η τρίτη στα χρόνια του τύραννου Ικέτα (289-278 π.Χ.), οπότε οι Συρακούσες σώθηκαν με τη βοήθεια του Πύρρου. Στα 212 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και λεηλατήθηκε. Τότε σκοτώθηκε και ο Αρχιμήδης, ο μεγαλύτερος μαθηματικός της αρχαιότητας. Οι Συρακούσες πέρασαν από τα χέρια των Βανδάλων, των Οστρογότθων, των Βυζαντινών και των Νορμανδών διαδοχικά.
Οι Συρακούσες ιδρύθηκαν από Κορίνθιους κατά το δεύτερο μισό του 8ου αι. π.Χ. στη Σικελία, σε τοποθεσία που ευνόησε την προστασία και την ανάπτυξη της πόλης. Στο σημείο όπου δημιουργήθηκε η πόλη, ένας βαθύς κόλπος κλεινόταν εν μέρει από μια νησίδα, την Ορτυγία. Η πρώτη εγκατάσταση των αποίκων έγινε στην Ορτυγία, στην οποία υπήρχε γηγενής πληθυσμός Σικελών. Μέχρι τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. φαίνεται ότι η νησίδα αποτέλεσε το κέντρο της αποικίας, η οποία όμως σταδιακά επεκτάθηκε και στην απέναντι ακτή, σε μια φυσικά οχυρωμένη τοποθεσία.
Η αρχαιολογική εικόνα που παρουσιάζουν τα ανασκαφικά ευρήματα δείχνει βαθμιαία αλλά σταθερή άνοδο του βιοτικού επιπέδου κατά τον 7ο και 6ο αι. π.Χ. Μέχρι τα τέλη του 6ου αι. π.Χ. η διακυβέρνηση βρισκόταν στα χέρια των αριστοκρατών γαιοκτημόνων, των γαμόρων.
ΕΝΑ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΡΑΚΟΥΣΩΝ
Η ιστορία.
Οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. μεταξύ των ελληνικών πόλεων της Σικελίας, οι κοινωνικοί αγώνες μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών μέσα στις ίδιες τις πόλεις και η επεκτατική πολιτική των Καρχηδονίων ήταν οι παράγοντες που προσδιόρισαν την τύχη των Συρακουσών2.
Συγκεκριμένα, ο Γέλων, τύραννος στην πύλη Γέλα της Σικελίας, κυριάρχησε στις Συρακούσες (481 π.Χ.) καταλύοντας την εξουσία των γαμόρων.
Έτσι δημιουργήθηκε ένα ισχυρό κράτος στη Σικελία με κέντρα τις Συρακούσες, όπου εξουσίαζε ο Γέλων, και τη Γέλα, όπου κυβερνούσε ο αδελφός του Ιέρων. Ο Γέλων ήρθε σε συνεννόηση με τον πεθερό του Θήρωνα, τύραννο του Ακράγαντα, με σκοπό να εκδιώξει τους τυράννους από τις μικρότερες ελληνικές πόλεις και να επιβληθεί στις περιοχές τους. Ο Τήριλλος, τύραννος της Ιμέρας, που εκδιώχθηκε από το Γέλωνα ζήτησε τη μεσολάβηση των Καρχηδονίων. Η σύγκρουση με τους Καρχηδόνιους, όπως είναι γνωστό, έγινε στην Ιμέρα το 480 π.Χ. και κατέληξε σε νίκη των Ελλήνων. Η νίκη αυτή ανέκοψε για εβδομήντα περίπου χρόνια την οποιαδήποτε προσπάθεια των Καρχηδονίων να επιβληθούν στο νησί· συνέβαλε, από την άλλη πλευρά, όμως στη διατήρηση των τυραννικών καθεστώτων.
Η περίφημη Σικελική εκστρατεία (415-413 π.Χ.), που κατέληξε στην
καταστροφή του αθηναϊκού στόλου στις Συρακούσες, αποδεικνύει τις αντοχές του Ελληνισμού της Δύσης. Η ενεργός όμως συμμετοχή των Συρακούσιων στην τρίτη φάση του Πελοποννησιακού πολέμου ως συμμάχων των Σπαρτιατών, τους εξάντλησε και συνετέλεσε στην καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του στόλου τους.
Έτσι, στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. επανέκαμψαν οι Καρχηδόνιοι καταστρέφοντας ελληνικές πόλεις. Τις επεκτατικές τους διαθέσεις ανέκοψε τότε ένας νέος ηγεμόνας, ο Διονύσιος, ο οποίος από απλός αξιωματικός του στρατού έγινε τύραννος στις Συρακούσες και κυβέρνησε περίπου σαράντα χρόνια (405-367 π.Χ.). Με την πολιτική του περιόρισε τους Καρχηδόνιους στις δυτικές ακτές του νησιού και παράλληλα επέκτεινε το κράτος του στην Κάτω Ιταλία και στις ακτές της Αδριατικής ιδρύοντας αποικίες.
Το κράτος εξασθένησε όταν την εξουσία ανέλαβε ο γιος του Διονύσιος Β', ο οποίος κυβέρνησε τυραννικά και ασύνετα, παρότι έτυχε να έχει ως συμβούλους το θείο του Δίωνα, φίλο του Πλάτωνα, αλλά και τον ίδιο το φιλόσοφο. Στις Συρακούσες, καθώς φαίνεται, ο Πλάτωνας θέλησε να εφαρμόσει τις ιδέες του για την ιδανική πολιτεία. Η σκληρή πολιτική του Διονυσίου Β' όμως διευκόλυνε την καρχηδονιακή επεκτατικότητα και επέσπευσε την πτώση του ίδιου.
Οι Συρακούσες, αλλά και γενικότερα ο Ελληνισμός της Σικελίας, σώθηκαν από την επέμβαση του στρατηγού Τιμολέοντα (344 π.Χ.), που είχε σταλεί σε βοήθεια από την Κόρινθο.
Οι νικηφόροι αγώνες του Τιμολέοντα, ωστόσο, δεν είχαν μακροχρόνια αποτελέσματα.
Η τελευταία αξιόλογη μορφή της ιστορίας των Συρακουσών ήταν ο Αγαθοκλής.
Στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. κατόρθωσε να καταλάβει την εξουσία, ενώ οι ελληνικές πόλεις της Σικελίας σπαράσσονταν από κοινωνικές ταραχές και συγκρούσεις. Στηρίχτηκε στους φτωχούς πολίτες, ανόρθωσε την οικονομία της πύλης, επέκτεινε την κυριαρχία του στη Σικελία και σε μερικές πόλεις της Κάτω Ιταλίας. Παράλληλα, αντιμετώπισε νικηφόρα τους Καρχηδόνιους και πήρε τον τίτλο του βασιλιά, όπως συνέβη με τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου. Στόχος του ήταν να ενώσει τον Ελληνισμό της Δύσης· δεν το κατόρθωσε όμως λόγω του αιφνίδιου θανάτου του (289 π.Χ.). Έκτοτε άρχισε η προοδευτική παρακμή του Ελληνισμού της Δύσης.
ΠΗΓΗ
"Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ. ΙΒ΄, σελ.612.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου